The Tel Aviv Blitz. Η αεροπορική επιδρομή που τάραξε την πόλη κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Οι Επιζώντες Θυμούνται τις στιγμές που ο πόλεμος έφτασε στις ακτές της Παλαιστίνης. Ofer Aderet, 13.09.2020.
Ο νεαρός Μείρ Μόσμπεργκ (Meir Mosberg) από το Τελ Αβίβ είχε ένα λαμπρό μέλλον μπροστά του. Σπούδαζε μουσική από την ηλικία των 6 ετών με τους καλύτερους δασκάλους που διέθετε η πρώτη «Εβραϊκή πόλη». Καθώς μεγάλωνε, άρχισε να σπουδάζει στο πλευρό του Τσβι Χαφτέλ (Zvi Haftel) –τον διευθυντή της Ορχήστρας της Παλαιστίνης, που αργότερα έγινε η Φιλαρμονική του Ισραήλ– ο οποίος αναγνώρισε το ταλέντο του Μόσμπεργκ και το καλλιέργησε. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1930, είχε ήδη παίξει ως σολίστ σε αρκετές συναυλίες. «Αν ο Δαυίδ είχε παίξει έτσι για τον Σαούλ, δεν θα είχε ρίξει το δόρυ του σε αυτόν», είχε γραφτεί για τον Μόσμπεργκ.
Η ζωή του τελείωσε βάναυσα στις 9 Σεπτεμβρίου 1940, πριν από 80 χρόνια. Ο Meir'ke, όπως τον έλεγε η γειτονιά, ήταν 13 όταν σκοτώθηκε σε μια βομβιστική επιδρομή από ιταλικά πολεμικά αεροσκάφη που επιτέθηκαν στο Τελ Αβίβ, ένα χρόνο μετά το ξέσπασμα του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου.
Ήταν στο δρόμο του για τη στάση του λεωφορείου κρατώντας ένα μπουκέτο λουλούδια για να χαιρετήσει τη μητέρα του, η οποία επέστρεφε από την Ιερουσαλήμ, όταν θραύσματα μίας βόμβας τον χτύπησαν και τον σκότωσαν. Ήταν μόνο λίγες εβδομάδες πριν περάσει από οντισιόν στον μεγάλο Μπρόνισλαβ Χούμπερμαν (Bronislaw Huberman), τον ιδρυτής της ορχήστρας.
«Τυφλές βομβιστικές επιθέσεις στο Τελ Αβίβ», έγραφε το πρωτοσέλιδο της Haaretz την επόμενη μέρα. «Μια πόλη της οποίας η μόνη ‘αμαρτία’ είναι ότι είναι εβραϊκή», έγραψε η εφημερίδα. Η επίθεση σκότωσε 137 ανθρώπους, οι περισσότεροι Εβραίοι αλλά και κάποιοι Άραβες.
Η Ιταλία, σύμμαχος της ναζιστικής Γερμανίας, σήκωσε τα αεροπλάνα της από το νησί της Ρόδου. Πέταξαν πάνω από τη θάλασσα από τα δυτικά το ηλιόλουστο απόγευμα εκείνης της Δευτέρας. Οι περισσότεροι από τους τέσσερις τόνους των βομβών έπεσαν κοντά στην ακτή στις οδούς Μπογκράσοφ, Πίνσκερ, Κινγκ Τζορτζ, Τραμπέλντορ και Μπεν-Ζάιον, δυτικά από αυτό που είναι σήμερα το Κέντρο Ντίζενγκοφ.
Οι περισσότεροι άνθρωποι από αυτούς που χτυπήθηκαν από τις βόμβες περίμεναν σε μια μεγάλη ουρά για να αγοράσουν κηροζίνη, ένα προϊόν που βρισκόταν σε μεγάλη ζήτηση κατά τη διάρκεια του πολέμου, σύμφωνα με τον ιστορικό του Τελ Αβίβ Ιλάν Σχορί (Ilan Shchori), ο οποίος γράφει τη διδακτορική διατριβή του για την πόλη κατά τη διάρκεια της βρετανικής διοίκησης.
«Η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος σταμάτησε, υπήρξαν πολλές πυρκαγιές και πολλοί άνθρωποι έτρεξαν με τα θύματα στο νοσοκομείο Χαντασά στην οδό Μπαλφούρ, όπου υπήρχαν μεγάλες ουρές», αφηγείται ο Σχορί. «Υπήρξε απόλυτο σοκ. Κανείς δεν το περίμενε. Το Τελ Αβίβ ήταν ήρεμο - οι άνθρωποι κάθονταν σε καφετέριες όπως πάντα.»
Οι πυροσβέστες του Τελ Αβίβ δημοσίευσαν ένα αναμνηστικό φυλλάδιο τρία χρόνια μετά τη βομβιστική επίθεση, το οποίο ο Σχόρι κατάφερε να βρει κατά τη διάρκεια της ιστορικής έρευνάς του. «Η 9η Σεπτεμβρίου ήρθε σαν ξαφνικό χτύπημα με την αστραπιαία εμφάνιση των εχθρικών αεροσκαφών» έγραφε το φυλλάδιο. «Επειδή το γεγονός ήταν τόσο ξαφνικό και πρωτοφανές, ήταν αδύνατον να αποτραπεί η καταστροφή και να μειωθεί το πεδίο της έκτασής της... Η ιατρική βοήθεια που δόθηκε δεν είχε παρασχεθεί ποτέ πριν στο Τελ Αβίβ.»
Ο Γκάβριελ Τούχλερ (Gavriel Tuchler) ήταν πέντε ετών όταν έγινε η επίθεση. Βρισκόταν στο σπίτι της θείας του στην οδό Ρέινς με μερικά από τα ξαδέρφια του. «Στεκόμουν στο μπαλκόνι και κοιτούσα προς τη θάλασσα. Ξαφνικά είδα αεροπλάνα να ρίχνουν λευκά πράγματα», ξαναθυμήθηκε αυτή την εβδομάδα. Στη συνέχεια ακούστηκαν εκρήξεις και η θεία του πήγε τον ίδιο και τα άλλα παιδιά στον πρώτο όροφο του κτιρίου. «Όλοι οι κάτοικοι συγκεντρώθηκαν εκεί. Κάθε φορά που έσκαγε μια βόμβα, έσκυβαν. Νόμιζα ότι ήταν πολύ αστείο. Δεν φοβόμουν», μας λέει.
Ο ξεναγός Αβί Μοσέ-Σεγκάλ (Avi Moshe-Segal), ο οποίος συχνά οργανώνει τουρ στους δρόμους του Τελ Αβίβ και συνομιλεί με τους κατοίκους, αναφέρει ότι ο βομβαρδισμός ήταν «το πιο καταστροφικό γεγονός στην ιστορία του Τελ Αβίβ μέχρι τότε». Το αποκαλεί «η μέρα που η γη έτρεμε.»
Ο Μοσέ-Σεγκάλ, ειδικός στην ιστορία της αεροπλοΐας, εκτιμά ότι τα ιταλικά αεροπλάνα «έχασαν το λιμάνι του Τελ Αβίβ, το αεροδρόμιο του [αργότερα γνωστό ως Sde Dov] και το Reading [τον σταθμό παραγωγής ενέργειας], το ιερό στρατηγικό τρίγωνο της πόλης», γι’ αυτό κατέληξαν να βομβαρδίσουν την ίδια την πόλη.
Ο αρχαιολόγος Ραμ Γκοφνά (Ram Gophna) ήταν τότε δώδεκα ετών και ζούσε στην οδό Σίρκιν. «Καθόμουν στο μπαλκόνι με τη μητέρα μου αφού είχαμε γυρίσει στο σπίτι από την παραλία», είπε σε μια συνέντευξη που του πήραμε μαζί με τον Μοσέ-Σεγκάλα και τον Πέλεγκ Λεβί (Peleg Levy). «Ακούσαμε τον ήχο των αεροπλάνων και τρέξαμε στην αυλή του γείτονα, όπου υπήρχε ένα υπόγειο καταφύγιο.»
Λίγο αργότερα, η έκταση της καταστροφής έγινε ξεκάθαρη όταν έμαθε ότι τέσσερις από τους γείτονές του είχαν σκοτωθεί. «Ήταν απαίσιο. Ο πόλεμος έπεσε στο κεφάλι μου μέσα σε ένα λεπτό», θυμάται.
«Μεταλλικά νύχια του θανάτου» «Ο βάρβαρος εχθρός πέρασε πάνω από το Τελ Αβίβ, την ανοιχτή και ειρηνική πόλη και χτύπησε τους ήσυχους κατοίκους στα σπίτια τους ή αθώους περαστικούς», έγραψε ο δήμαρχος Ίσραελ Ροκάχ (Israel Rocach) σε ένα φυλλάδιο που διανεμήθηκε στους κατοίκους. «Η πόλη μας έχει χάσει πολλά θύματα, έχει πολλούς τραυματίες και σοβαρές υλικές ζημιές», πρόσθεσε.
Στη Haaretz, οι συντάκτες έγραψαν με ποιητική γλώσσα: «Το Τελ Αβίβ, η αδυναμία ενός καταπιεσμένου λαού που αναστενάζει για τη λύτρωση του, κατάλαβε καλά ότι αυτός ο αετός των πρωταθλητών δολοφονίας, που επιδιώκει να το εξολοθρεύσει για το δικό του καλό, έχει βυθίσει τα μεταλλικά νύχια του θανάτου μέσα του. Μια καθαρή μέρα, μέσα από τον αγνό γαλάζιο ουρανό της εβραϊκής πόλης, οι εχθρικές βόμβες ρίχτηκαν πάνω μας, με μόνη πρόθεση να χυθεί αίμα, εβραϊκό αίμα."
Ένας δημοσιογράφος Haaretz το όνομα του οποίου δεν αναφέρεται, μετέδωσε από το πεδίο: «Μια σειρά από βόμβες έπεσαν σε μια πυκνοκατοικημένη περιοχή... πολλοί τοίχοι κατέρρευσαν. Ένας άνδρας σκοτώθηκε μαζί με τα τέσσερα γαϊδουράκια που συνόδευε. Μια γυναίκα που διέσχιζε το δρόμο με ένα μικρό πακέτο στα χέρια συνθλίφτηκε. Ένα αγόρι που οδηγούσε ποδήλατο, πετάχτηκε από το ωστικό κύμα στον τοίχο και σκοτώθηκε επί τόπου... Ένας εργάτης που γυρνώντας σπίτι από τη δουλειά ξάπλωσε για να ξεκουραστεί σε έναν καναπέ στο χαμόσπιτό του, τινάχτηκε μαζί με το σπίτι του... Μια γυναίκα κατέβηκε από τον τρίτο όροφο ενός κτιρίου για να αγοράσει τσιγάρα λίγο πριν πέσει η βόμβα και σκοτώσει όλους τους ένοικους του κτιρίου πλην εκείνης ... Ο ιδιοκτήτης ενός περιπτέρου αναψυκτικών σώθηκε ως εκ θαύματος... Όταν ξεκίνησε η βομβιστική επίθεση, αυτός είχε βγει από το περίπτερο για να χαιρετήσει έναν γνωστό του και γλίτωσε». Το περίπτερο κάηκε ολοσχερώς.
Ο δημοσιογράφος της Haaretz πρόσθεσε ότι άξιζε να σημειωθεί «η αυτοσυγκράτηση και το θάρρος που επέδειξαν οι κάτοικοι της πόλης.» Παραδείγματος χάριν, ο δημοσιογράφος αναφέρθηκε σε ένα άτομο το οποίο «τραυματίστηκε σοβαρά και είπε σε εκείνους που τον πήγαιναν στο γιατρό, “Μην πανικοβάλλεστε, οδηγείτε ήρεμα.”» Ο συγγραφέας αναφέρθηκε επίσης σε μια «ηλικιωμένη γυναίκα» που φώναξε: «Αυτοί οι δολοφόνοι σκότωσαν αθώα μωρά και ηλικιωμένους. Ο Θεός θα εκδικηθεί για εμάς διπλά, για εμάς και τους συμμάχους μας!»
Ένα παρόμοιο πνεύμα διαπερνούσε ένα άλλο άρθρο που εμφανίστηκε στην εφημερίδα την ίδια ημέρα. «Τώρα γνωρίζουμε και το έχουμε δει με τα μάτια μας με τι έχει να κάνει αυτός ο πόλεμος, ποιος και τι είναι αυτός ο εχθρός της ανθρώπινης φυλής. Με τα μάτια μας το έχουμε δει, το έχουμε αισθανθεί στη σάρκα μας, οι καρδιές μας αιμορραγούν και τα δάκρυά μας τρέχουν... Η θυσία τους δεν θα είναι μάταιη. Δεν υπάρχουν θύματα του κακού που δεν αποτελούν έκκληση για δικαιοσύνη, για μια ημέρα εκδίκησης και ανταπόδοσης. Και θα έρθει, θα έρθει. Πρέπει να έρθει.» Σπάνια Επίδειξη Αλληλεγγύης Ο βομβαρδισμός μπορεί να εξέπληξε τους κατοίκους του Τελ Αβίβ, αλλά η Χάιφα είχε ήδη υποστεί απώλειες από επιθέσεις ιταλικών πολεμικών αεροσκαφών αρκετές εβδομάδες νωρίτερα. Στις 15 Ιουλίου 1940, η ελεγχόμενη από τους Βρετανούς Παλαιστίνη είχε «επισήμως» εισέλθει στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν 10 ιταλικά αεροπλάνα εισέβαλαν στους ουρανούς της πόλης της Χάιφα, «χρησιμοποιώντας τα σύννεφα ως κάλυψη», όπως έγραφε η Haaretz. Έριξαν 50 βόμβες, «όλες γεμάτες εκρηκτικά». Ένας άλλος βομβαρδισμός, στις 24 Ιουλίου, προκάλεσε δεκάδες θανάτους στο βόρειο λιμάνι: 46 νεκρούς και 90 τραυματίες.
Το Τελ Αβίβ υπέστη επίσης και άλλες βομβιστικές επιδρομές. Στις 12 Ιουνίου του 1941, γαλλικά αεροπλάνα σκότωσαν 13 κατοίκους της πόλης όταν μια βόμβα έπεσε σε ένα σπίτι αναπήρων στην οδό Μάρμορεκ [κοντά στο θέατρο Χαμπίμα]. Επτά χρόνια αργότερα, κατά τη διάρκεια του Πολέμου της Ανεξαρτησίας, περίπου 150 κάτοικοι του Τελ Αβίβ ,οι περισσότεροι από αυτούς άμαχοι, σκοτώθηκαν σε βομβιστικές επιδρομές αιγυπτιακών αεροσκαφών. Ο Νιρ Αριέλι (Nir Arielli), ένας ιστορικός στο Πανεπιστήμιο του Leeds, έχει ερευνήσει τις αεροπορικές επιδρομές στην βρετανική Παλαιστίνη κατά τη διάρκεια του Β 'Παγκοσμίου Πολέμου. Έχει καταγράψει περίπου 30 επιθέσεις από γαλλικά, ιταλικά και γερμανικά πολεμικά αεροσκάφη, οι οποίες σκότωσαν πάνω από 200 πολίτες. Ζημιές προκλήθηκαν επίσης σε ακίνητα και υποδομές της πόλης –συμπεριλαμβανομένων των διυλιστηρίων πετρελαίου στη Χάιφα, τα οποία έκλεισαν για αρκετές εβδομάδες. Ωστόσο, μας ανέφερε ότι οι επιθέσεις δεν πέτυχαν κανένα στρατιωτικό ή διπλωματικό στόχο. «Οι επιθέσεις αυτές δεν αποτέλεσαν προϊόν ενός συγκροτημένου σχεδίου, αλλά ενός αντιπερισπασμού με στόχο να καταστεί δυσκολότερη η στρατιωτική προσπάθεια της Βρετανίας. Εν τέλει δεν άλλαξαν το αποτέλεσμα της εκστρατείας στη Μέση Ανατολή», δήλωσε στη Haaretz. Πρακτικά μιλώντας, οι επιθέσεις είχαν στην πραγματικότητα ένα θετικό –αν και βραχύβιο– αποτέλεσμα: οδήγησαν σε σπάνιες επιδείξεις αλληλεγγύης μεταξύ Εβραίων και Αράβων. «Τα θύματα ανήκαν και στις δύο κοινότητες και υπήρξαν αμοιβαίες εκδηλώσεις συλλυπητηρίων», αναφέρει ο Αριέλι. Ο τοπικός αραβικός Τύπος επέκρινε εξίσου έντονα τον ιταλικό βομβαρδισμό του Τελ Αβίβ. Έτσι, οι προσπάθειες του Μπενίτο Μουσολίνι να παρουσιαστεί ως «ο υπερασπιστής του Ισλάμ», συμπεριλαμβανόμενων των φυλλαδίων που ρίχτηκαν από αεροπλάνα και απευθύνονταν στους Άραβες, απέτυχαν. Ένα μικρό μνημείο ανεγέρθηκε για να μνημονεύσει τα θύματα της αεροπορικής επιδρομής (τα οποία θάφτηκαν όλα στο νεκροταφείο Nahalat Yitzhak, στα ανατολικά της πόλης). Οι ιστορίες της ζωής τους μπορούν να διαβαστούν στην (εβραϊκή) αναμνηστική ιστοσελίδα για τα θύματα εχθρικών ενεργειών. Ο κατάλογος περιλαμβάνει βρέφη, παιδιά, εφήβους και νεαρούς ενήλικες. Οι περισσότεροι από τους νεκρούς ήταν Εβραίοι. Επτά ήταν Άραβες και ένας Αυστραλός. Μερικές από τις ιστορίες είναι ιδιαίτερα τραγικές, όπως αυτή του τετράχρονου Χαγκάϊ Λαζερόβιτς (Hagai Lazerovitch). Δύο χρόνια πριν σκοτωθεί, αυτός και ολόκληρη η οικογένειά του απήχθησαν σε μια επίθεση από Άραβες στο στρατόπεδο κρατουμένων του Ατλίτ, κοντά στη Χάιφα, όπου ο πατέρας του υπηρετούσε ως αξιωματικός της βρετανικής αστυνομίας.
Ο Χαγκάϊ, ο αδελφός του και η αδελφή του απελευθερώθηκαν μετά από τρεις ημέρες. Ωστόσο, οι γονείς τους δολοφονήθηκαν και τα σώματά τους βρέθηκαν μόλις ένα τέταρτο του αιώνα αργότερα. Τα αδέλφια χωρίστηκαν: ο Χαγκάϊ ζούσε με τη θεία του στην οδό Μπρόνσταϊν-Κοέν, δίπλα στην οδό Πίνσκερ, όταν σκοτώθηκε στην αεροπορική επιδρομή.
Comments