Μια νέα έκθεση φωτογραφίας στην ιστοσελίδα του Yad Vashem εξετάζει τις ζωές των εβραιόπουλων αμέσως μετά το Ολοκαύτωμα. Haaretz. Του Ofer Aderet, 26.01.2021.
Χαμόγελα, παιχνίδια, χοροί, πεζοπορίες και διασκέδαση. Οι φωτογραφίες που παρουσιάζονται στη νέα έκθεση που ανέβηκε στην ιστοσελίδα του Γιαντ Βασέμ με τίτλο «Η Χαμένη μου Αθωότητα», δείχνουν μια πλευρά της αναγέννησης μετά το Ολοκαύτωμα που είναι γεμάτη ζωντάνια.
Περίπου 1.5 εκατομμύριο παιδιά δολοφονήθηκαν στο Ολοκαύτωμα, αλλά δεκάδες χιλιάδες επιβίωσαν στα στρατόπεδα, σε δάση, σε μοναστήρια, σε σπίτια Χριστιανών, σε διάφορες κρυψώνες και στους δρόμους. Κάποια παιδιά βρέθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης μετά τον πόλεμο.
«Παιδιά και έφηβοι βίωσαν το Ολοκαύτωμα σε όλη του την βαναυσότητα: στα γκέτο, τα στρατόπεδα, κρυμμένα, περιπλανώμενα από μέρος σε μέρος και στις πορείες θανάτου. Ήταν θύματα κακοποίησης, εξευτελισμού, καταναγκαστικής εργασίας, πείνας, παραμέλησης και, σε κάποιες περιπτώσεις, ακόμα και ιατρικών πειραμάτων. Τα περισσότερα έχασαν τους αγαπημένους τους και τους έκλεψαν την παιδική τους ηλικία», γράφει ένα κείμενο που συνοδεύει την έκθεση στην ιστοσελίδα του Γιαντ Βασέμ.
Μετά τον πόλεμο, κάποια από αυτά τα παιδιά στάλθηκαν σε ξενώνες παιδιών που είχαν δημιουργηθεί στην Πολωνία, την Ουγγαρία, την Ολλανδία, τη Γερμανία και τη Γαλλία. Κάποιοι από αυτούς λειτουργούσαν σαν ιδιωτικοί οργανισμοί και άλλοι είχαν ιδρυθεί από κινήματα και οργανώσεις. Η έκθεση αφηγείται την ιστορία επτά ασύλων που δημιουργήθηκαν σε όλη την Ευρώπη αμέσως μετά το Ολοκαύτωμα.
Οι άνθρωποι που υποδέχτηκαν αυτά τα παιδιά στα άσυλα, σπάνια ήταν πολύ μεγαλύτεροι, συνήθως 17 με 25 ετών. Πολλοί ήταν πρώην σύμβουλοι και μέλη των νεολαιίστικων κινημάτων. Η έλλειψη πείρας τους στη φροντίδα παιδιών εξισορροπήθηκε πάντως από το γεγονός ότι ήταν κι αυτοί επιζώντες του Ολοκαυτώματος και μπορούσαν να ταυτιστούν με τα παιδιά. Αυτά τα άσυλα παίδων ήταν η τελευταία στάση των παιδιών στη διαδρομή τους για μετανάστευση στην Παλαιστίνη ή σε άλλους προορισμούς.
Αυτά τα παιδιά δεν πήγανε σε νηπιαγωγείο ή σχολείο, δεν έπαιξαν, οι οικογένειές τους δεν τα κακόμαθαν, δεν έζησαν σε ένα ασφαλές περιβάλλον. Για πολλά από αυτά τα παιδιά, οι φωτογραφίες που εκτίθενται στην έκθεση είναι οι μοναδικές φωτογραφίες της παιδικής τους ηλικίας. Τα χαμογελαστά τους πρόσωπα μπορεί να είναι παραπλανητικά. Πίσω από αυτά υπάρχουν τρομακτικές ιστορίες. Πολλά είχαν μείνει ορφανά και είχαν γίνει «ενήλικες μέσα σε σώματα παιδιών», όπως λένε στις μαρτυρίες τους.
«Όσα επέζησαν με ψεύτικες ταυτότητες και χάρη στην καλοσύνη αγνώστων, έζησαν με έναν συνεχή φόβο μήπως ανακαλυφθεί η εβραϊκή τους ταυτότητα, μήπως κάποιος τα ‘καρφώσει’ και τα συλλάβουν μαζί με αυτούς που τα έσωσαν», εξηγεί το Γιαντ Βασέμ. Έζησαν με τον φόβο ότι οι άνθρωποι που τα έκρυβαν, θα κουράζονταν ή θα φοβούνταν να συνεχίσουν να το κάνουν. Έπρεπε να αλλάξουν τις συνήθειές τους, να εγκαταλείψουν τους γονείς τους, τα ονόματά τους, τη θρησκεία τους και κάποιες φορές και τη μητρική τους γλώσσα. «Προκειμένου να επιβιώσουν, έμαθαν να είναι σιωπηλά, να καταπιέζουν τα συναισθήματά τους και να μην εμπιστεύονται κανέναν», λέει η ιστοσελίδα.
Η Ρενέ Κόχμαν (ReneeKochman), σήμερα Ρένια Μπαφ (ReniaBaff), η οποία έζησε σε άσυλο παίδων στο Μπλανκενέσε του Αμβούργου έγραψε μετά το Ολοκαύτωμα: «Αναδύθηκα από τα στρατόπεδα θανάτου αφού άντεξα στην πιο τρομακτική εμπειρία που καταγράφηκε ποτέ στην ιστορία, κατεστραμμένη στο σώμα μου και το πνεύμα μου. Μετά από απερίγραπτες απώλειες – η οικογένειά μου, η παιδική μου ηλικία και οι φίλοι μου – με πλημμύρισε ο σωματικός κι ο συναισθηματικός πόνος. Το Σπίτι των Παιδιών [Kinderheim] στο Μπλανκενέσε αποκατέστησε ένα μέρος της χαμένης παιδικότητάς μου για μένα. Έγινε το σπίτι μου. Οι δάσκαλοί μου και τα άλλα κορίτσια που γνώρισα εκεί έγιναν οι φίλοι μου κι η οικογένειά μου.»
Ένα από τα πλέον επιφανή άσυλα παιδιών που παρουσιάζονται στην έκθεση είναι αυτό του Ζακοπάνε (Zakopane) της Πολωνίας που διοικούσε η Λένα Κούχλερ (Lena Kuchler) και η οποία έγινε αργότερα γνωστή χάρη στο βιβλίο της «Τα 100 Παιδιά μου». Εξίσου ενδιαφέρουσα είναι η ιστορία του Γιεσαγιάχου Ντρούκερ (Yeshayahu Drucker), ενός μέλους των εφημέριων του πολωνικού στρατού που μάζευε τα εβραιόπουλα από τους Χριστιανούς και τα έφερνε σε ένα άσυλο παίδων στο Ζάμπρζε, υιοθετώντας ένα ατομικό «σχέδιο λύτρωσης των παιδιών». Η ιστορία του χωριού της νεολαίας στην Ουγγαρία που δημιούργησε η Μπνέι Ακίβα (Bnei Akiva), η θρησκευτική-σιωνιστική νεολαιίστικη οργάνωση είναι επίσης εξαιρετική. Τα παιδιά που έμεναν εκεί, απολάμβαναν τη διαμονή σε μια έπαυλη με πισίνα, μια τεχνητή λίμνη και ακόμα κι ένα ιδιωτικό νησί. «Αυτή η έκθεση ρίχνει φως σε αυτά που τα εβραιόπουλα έπρεπε να περάσουν για να επιβιώσουν και έπειτα να ξαναχτίσουν τις ζωές τους», δηλώνει η Ντίνα Πόρατ (Dina Porat), Διευθύντρια του Ψηφιακού Τμήματος Επικοινωνίας του Γιαντ Βασέμ. «Αλλά πάνω απ’ όλα, η έκθεση αφηγείται την ιστορία του σθένους αυτών των παιδιών.» Κάντε κλικ εδώ για να δείτε την έκθεση από την ιστοσελίδα του μουσείου του Γιαντ Βασέμ που αναρτήθηκε στις 27 Ιανουαρίου για τη Διεθνή Ημέρα Μνήμης του Ολοκαυτώματος. Πηγή: https://www.haaretz.com/jewish/holocaust-remembrance-day/.premium-lost-childhood-is-memorialized-in-new-holocaust-online-exhibit-1.9483445
Comments