top of page
  • Writer's pictureJewish&IsraelStories

Με τη «Λίστα του Σίντλερ» ο Στίβεν Σπίλμπεργκ μετέτρεψε το Ολοκαύτωμα σε «Τζουράσικ Παρκ»

Updated: Jan 18, 2021

Ο Στίβεν Σπίλμπεργκ (Steven Spielberg) προσπάθησε να διατηρήσει τη μνήμη του Ολοκαυτώματος αλλά μετέτρεψε επίσης αυτή τη μνήμη σε διασκέδαση.

Uri Klein, Απρίλιος 2019.

Η Λίστα του Σίντλερ © 1993 Universal City Studios.

Η «Λίστα του Σίντλερ» δεν είναι μια ταινία για το Ολοκαύτωμα. Έτσι βεβαίωνε ο σκηνοθέτης Στάνλεϊ Κιούμπρικ (Stanley Kubrick) τον συγγραφέα και σεναριογράφο Φρέντρικ Ράφαελ (Frederic Raphael) σε μια συζήτησή τους όταν δουλεύανε μαζί για τα «Μάτια Ερμητικά Κλειστά», την τελευταία ταινία του Κιούμπρικ. «Το Ολοκαύτωμα έχει να κάνει με έξι εκατομμύρια ανθρώπους που σκοτώνονται. Η Λίστα του Σίντλερ είναι για 600 που δεν σκοτώνονται», είπε ο Κιούμπρικ. Η ταινία προβλήθηκε αρχικά σε περιορισμένη κυκλοφορία στις Η.Π.Α. το Δεκέμβριο του 1993 και σε ευρεία κυκλοφορία τον Φεβρουάριο που ακολούθησε. Έπειτα προβλήθηκε και στο Ισραήλ, με τον Σπίλμπεργκ να έρχεται εδώ για την πρεμιέρα προβολής. Για να τιμηθεί η 25η επέτειος της ταινίας που έλαβε επτά βραβεία Όσκαρ, πρόσφατα επανακυκλοφόρησε για περιορισμένες προβολές σε κινηματογραφικές αίθουσες. Ο Σπίλμπεργκ προλογίζοντάς την διακήρυξε ότι σήμερα η ταινία του είναι πιο σημαντική από ποτέ. Δεν εξήγησε γιατί, αλλά ξεκάθαρα μάλλον αυτό που είπε, αναφερόταν στη νεά ανάδυση του αντισημιτισμού στις Η.Π.Α. του Τραμπ.

Τα λόγια του Σπίλμπεργκ υπογραμμίζουν τη σημασία που έχει ο σκηνοθέτης στην αντίληψή του. Στην κριτική μου για τη «Λίστα του Σίντλερ» (Haaretz, 11 – 03 – 1994), έγραψα ότι o Σπίλμπεργκ ανταγωνίζεται τον κινηματογραφικό Σίντλερ. Ο τελευταίος έσωσε Εβραίους από την εξόντωση, ενώ ο πρώτος αναζήτησε τη διάσωση της μνήμης τους και της μνήμης του Ολοκαυτώματος συνολικά. Σημείωσα ότι ο Σπίλμπεργκ στη μεγάλης κλίμακας συνέντευξη Τύπου που του έγινε στο Ισραήλ, ρωτήθηκε αν αλήθευε πως τις μαζικές σκηνές της περικύκλωσης, του εκτοπισμού και της εξόντωσης των Εβραίων δεν τις πρόβαρε με τους ηθοποιούς και τους κομπάρσους που έπαιζαν τους Εβραίους. Ο Σπίλμπεργκ απάντησε ότι πράγματι έτσι το έκανε, μιας και ούτε οι Ναζί έκαναν πρόβες με τα θύματά τους, όταν τα έστελναν στους θαλάμους αερίων. Αυτή είναι μια από τις πιο απλές, πιο σύνθετες και πιο εκπληκτικές ταυτόχρονα απαντήσεις που έχω ακούσει ποτέ από σκηνοθέτη ταινιών. Η απάντηση δίνει έκφραση σε οτιδήποτε είναι προβληματικό στη «Λίστα του Σίντλερ» και τη ματιά του Στίβεν Σπίλμπεργκ για το θέμα συνολικά, αφού πιστεύει ο ίδιος στην αέναη δύναμη της ψευδαίσθησης που μπορεί να δημιουργεί το σινεμά.


Έχω δει πολλές φορές τη «Λίστα του Σίντλερ» και από την πρώτη φορά που το είδα, ή ακόμη και τώρα, κάθε φορά που το βλέπω, μένω έκπληκτος από την ευθύτητα με την οποία ο Σπίλμπεργκ αναφέρεται στο ζήτημα της ικανότητας του κινηματογράφου να αναδημιουργεί αυτό που έγινε ή δεν έγινε. Είναι αλήθεια βέβαια ότι πριν τη «Λίστα του Σίντλερ» λίγες ταινίες ασχολήθηκαν με τη μνήμη του Ολοκαυτώματος και ο Σπίλμπεργκ είχε ένα σχεδόν δικαιολογημένο αίσθημα πρωτοπορίας στην προσπάθειά του να δημιουργήσει μια μνήμη του Ολοκαυτώματος στο σινεμά. Δεν μιλώ για τα ντοκιμαντέρ πάνω στο ζήτημα, τα πιο ξεχωριστά εκ των οποίων ήταν ενήμερα πάνω στη σημασία του διαλόγου που αφορούσε τη σύνδεση μεταξύ κινηματογράφου και αναπαράστασης της μνήμης του Ολοκαυτώματος.

Από τον Σπίλμπεργκ, ωστόσο, λείπει αυτή η εγρήγορση απολύτως, γεγονός που αποκαλύπτεται στην πλήρη του ακρότητα κατά την εκτύλιξη της πιο αποκρουστικής σκηνής της «Λίστας του Σίντλερ», στην οποία μια κάμερα διεισδύει σε ένα θάλαμο αερίων που περιέχει έναν μεγάλο αριθμό γυμνών γυναικών. Βέβαια, καθώς και ο ίδιος ο Σπίλμπεργκ καταλαβαίνει ότι αυτοί που μπαίνουν σε έναν θάλαμο αερίων, δεν βγαίνουν μετά έξω, χρησιμοποιεί τη σκηνή σαν ένα τέχνασμα έντασης που ταιριάζει σε μια φτηνή ταινία τρόμου. Καθώς οι θεατές και οι γυναίκες που απεικονίζονται στο φιλμ πιστεύουν ότι η καταστροφή έρχεται, αποδεικνύεται ότι αυτή τη φορά δεν είναι ένας θάλαμος θανάτου αλλά πράγματι ένα ντους.

Πράξεις Εξιλέωσης. Μισό χρόνο πριν τη «Λίστα του Σίντλερ», ο Σπίλμπεργκ κυκλοφόρησε το «Τζουράσικ Παρκ» (Jurassic Park) το οποίο γρήγορα έγινε η πιο κερδοφόρα ταινία στην ιστορία του κινηματογράφου ως τότε. Προφανώς, δεν θα μπορούσαν να είναι δύο τόσο διαφορετικές όσο αυτές οι δύο προαναφερθείσες, ωστόσο και οι δύο ταινίες εκφράζουν εξίσου το όραμα του Σπίλμπεργκ. Και το Τζουράσικ Παρκ δηλώνει την πίστη του Σπίλμπεργκ στη δύναμη της αναδημιουργίας στην οθόνη αυτού που αφανίστηκε –σε αυτή την περίπτωση των δεινοσαύρων. Η ταινία επίσης γειώνει την πλοκή της σε μια περιοχή κλεισμένη με ηλεκτροφόρο φράχτη και –το πιο σημαντικό– είναι και αυτή μια ταινία για τον καπιταλισμό –το Τζουράσικ Παρκ παρουσιάζει την καταστροφική και επικίνδυνή του πλευρά, η «Λίστα του Σίντλερ» τη φιλάνθρωπη και λυτρωτική του πλευρά.

Αυτή η παράλληλη συζήτηση διεξάγεται από έναν σκηνοθέτη που γυρνάει ταινίες μέσα στην καπιταλιστική παραγωγή ταινιών –και η πηγή της έλξης και της ταύτισης του Σπίλμπεργκ με τον Όσκαρ Σίντλερ φαίνεται να προέρχεται από την επιθυμία του να έρθει αντιμέτωπος με όλο αυτό. Με τον ίδιο τρόπο που ο Σπίλμπεργκ φτιάχνει το πορτρέτο του Σίντλερ ως κάποιου που προσπαθεί να εξιλεωθεί για πράξεις εκμετάλλευσης και για την ιδεολογία του που τον οδήγησαν εκεί που τον οδήγησαν, έτσι και η «Λίστα του Σίντλερ» φαίνεται να είναι μια πράξη εξιλέωσης του Σπίλμπεργκ. Με αυτή του την ταινία προσπάθησε να αποκτήσει για πάντα την πλήρη εκτίμηση που άξιζε. Αυτό θα το κατάφερνε αν αποδείκνυε πως ήταν ικανός να φτιάξει μια ταινία που –μέσα στην καρδιά της υπερ-καπιταλιστικής βιομηχανίας– θα αναδημιουργούσε το παρελθόν και θα βρισκόταν σε συμφωνία με τη σύγχρονη ζωή.

Γιατί, εξάλλου, ποια είναι η δύναμη που έχει στα χέρια του ένας σκηνοθέτης ταινιών αν δεν είναι ικανός να αποκαταστήσει τη ζωή μέσα από το παρελθόν; Ένα άλλο κοινό στοιχείο ανάμεσα στη «Λίστα του Σίντλερ» και το «Τζουράσικ Παρκ» είναι ότι στο επίκεντρο και των δύο ταινιών ο Σπίλμπεργκ τοποθετεί μια πατρική φιγούρα που ζωντανεύει μπροστά στα μάτια μας. Η παρούσα ή απούσα πατρότητα αποτελεί κεντρική θεματική του έργου του. Το Τζουράσικ Παρκ ξεκινά με μια σκηνή στην οποία ο πρωταγωνιστής (Sam Neil) διακηρύσσει ότι δεν σκοπεύει να γίνει πατέρας και η όλη τραυματική του εμπειρία μέσα στην ταινία τον προετοιμάζει να αποδεχτεί την πατρότητα. Ο Όσκαρ Σίντλερ αναπαριστά από την πλευρά του έναν στοργικό πατέρα που, σαν σε παραμύθι, σώζει τα παιδιά του από τη διαφαινόμενη καταστροφή τους. Η επιλογή του Σπίλμπεργκ να παίξει τον Σίντλερ ο Liam Neeson δεν ήταν τυχαία –είναι πολύ ψηλότερος από όλους τους ηθοποιούς που παίζουν τους Εβραίους και τον περιτριγυρίζουν. Είναι μόνο προς το τέλος της ταινίας που η αναπαράσταση του απόλυτου στάτους πατέρα του Σίντλερ υπονομεύεται, όταν ένας από τους επιζώντες που τον υποδύεται ο Ισραηλινός ηθοποιός Ezra Dagan τοποθετεί ένα δαχτυλίδι στο δάχτυλο του Σίντλερ, εν μέσω μιας χειρονομίας που παρουσιάζεται σαν συμβολικός γάμος ανάμεσα στον μη-Εβραίο πατέρα και τα εβραϊκά του παιδιά. Μόνο τότε ο Σίντλερ μπαίνει μέσα στο αυτοκίνητό του και πηγαίνει σπίτι, καθώς πολλοί από τους πρωταγωνιστές των ταινιών του Σπίλμπεργκ εύχονται κι αυτοί να γυρίσουν στα σπίτια τους.

Ο Λίαμ Νίσον (Liam Neeson) και ο Μπεν Κίνγκσλεϊ (Ben Kingsley) στη «Λίστα του Σίντλερ» (Universal City Studios © 1993).

Η Δύναμη του Χρώματος. Η «Λίστα του Σίντλερ» γυρίστηκε σε άσπρο και μαύρο επειδή έτσι αποτυπώθηκε η ιστορία του Ολοκαυτώματος στη μνήμη μας μέσω της φωτογραφικής της απεικόνισης. Ο Σπίλμπεργκ χρησιμοποιεί τη σχεδόν θρυλική δύναμη του χρώματος στη σκηνή που θυμάται κανείς περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη στη «Λίστα του Σίντλερ», στην οποία, μέσα στο όλο ασπρόμαυρο βλέπουμε, μαζί με τον Σίντλερ, που καβαλάει ένα άλογο στην κορυφή ενός λόγου, την εικόνα ενός πανέμορφου μικρού κοριτσιού με ένα κόκκινο παλτό να περπατάει προς το θάνατο μαζί με άλλους εκτοπισμένους των γκέτο. Ο τρόπος που ο Σπίλμπεργκ αντιπαραθέτει το ασπρόμαυρο με το χρώμα στην ταινία του αποτελεί έναν από τους πρωταρχικούς χειρισμούς των θεατών του. Κορυφώνεται στη σκηνή με το κορίτσι με το κόκκινο παλτό αλλά αναπτύσσεται και προς το τέλος της ταινίας που μετατρέπεται σε έγχρωμη ώστε να καταγράψει μια συνάντηση στον τάφο του Σίντλερ στην Ιερουσαλήμ μεταξύ κάποιων επιζώντων και των ηθοποιών που τους υποδύθηκαν στην ταινία. Η συνάντηση σημαίνει την αναπαράσταση της σύνδεσης ανάμεσα στην ιστορική αλήθεια και την ψευδαίσθηση της αναδημιουργίας αυτής της αλήθειας που συμβαίνει στην ταινία χάρη στον Σπίλμπεργκ. Αλλά αυτή είναι επίσης η στιγμή στην οποία η «Λίστα του Σίντλερ» γίνεται η Λίστα του Σπίλμπεργκ.

Δεν έχω καμία αμφιβολία για την ιστορική σημασία της «Λίστας του Σίντλερ» στη διατήρηση της μνήμης του Ολοκαυτώματος, αλλά αναρωτιέμαι αν αυτή είναι η εικόνα της μνήμης που θέλαμε να έχουμε. Η ταινία του Σπίλμπεργκ έσπασε το φράγμα και με την εμφάνισή της ένας μεγάλος αριθμός εικόνων φτιάχτηκαν για να αναμετρηθούν με τη μνήμη του Ολοκαυτώματος από διάφορες σκοπιές. Ελάχιστες ήταν καλές αλλά όλες τους προσηλώθηκαν στο μετασχηματισμό της μνήμης του Ολοκαυτώματος σε διασκέδαση. Γιατί κάθε τέτοια ταινία, της «Λίστας του Σίντλερ» συμπεριλαμβανόμενης, γύρεψε να ψυχαγωγήσει τους θεατές της. Αυτό περιλαμβάνει ακόμα και τον Jerry Seinfeld ο οποίος σε ένα από τα πιο έξυπνα και αξιομνημόνευτα επεισόδια της σειράς του συλλαμβάνεται να φιλιέται με τη φίλη του ενώ υποτίθεται έβλεπαν τη «Λίστα του Σίντλερ».

Μετά την επιτυχία της «Λίστας του Σίντλερ», ο Σπίλμπεργκ ένιωσε ότι έπρεπε να φτιάξει μια ταινία για τη σκληρή ιστορία των Αφροαμερικάνων, ένα θέμα που είχε ακουμπήσει και στο «Πορφυρούν Χρώμα» («The Color Purple», 1985). Το 1997 έκανε το «Άμισταντ» γύρω από αληθινά γεγονότα που συνέβησαν την περίοδο της σκλαβιάς στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η ταινία δεν έκανε εμπορική επιτυχία όπως το «Τζουράσικ Παρκ» και έσπασε τα ταμεία. Δε νομίζω ότι το Άμισταντ θα κυκλοφορήσει στην 25η επέτειο της κυκλοφορίας του, αφού στην τελική η καρδιά του όλου ζητήματος είναι η εμπορική επιτυχία ή η αποτυχία μιας ταινίας. Αλλά η μακρά λίστα των πρότζεκτ του Σπίλμπεργκ στα χρόνια που έρχονται περιλαμβάνουν μια φιλμική εκδοχή του επιτυχημένου μιούζικαλ στο οποίο βασίστηκε το «Πορφυρούν Χρώμα». Όσο για τη «Λίστα του Σίντλερ», αναμφισβήτητα θα επανακυκλοφορεί ξανά και ξανά στις επετείους της, αφού στην τελική η πραγματικότητα δεν θα αλλάξει ως τότε και το παρελθόν θα εξυπηρετεί ακόμα ως μια πηγή αιώνιων ψευδαισθήσεων τις οποίες ο κινηματογράφος παλεύει να φτιάξει.

Uri Klein, Αρθρογράφος της Haaretz.

114 views0 comments
bottom of page