top of page
  • Writer's pictureJewish&IsraelStories

Να μία ακόμα καλύτερη ταινία από τη «Λίστα του Σίντλερ»

Updated: Jan 18, 2021

Η πολωνική ταινία «Ο Επιβάτης» (1963) ήταν μία από τις πρώτες ταινίες που ασχολήθηκαν με το Ολοκαύτωμα, με ένα σενάριο που περιστρέφεται γύρω από μια φορτισμένη συνάντηση ανάμεσα σε μια πρώην έγκλειστη του Άουσβιτς και τη φρουρό της. Uri Klein, 2 Μαΐου 2016.

Ένα στάσιμο στιγμιότυπο του «Επιβάτη» (1963). Film Polski, The Kobal Collection.

Την έχω πει και παλιότερα αυτή την ιστορία, αλλά αξίζει να ειπωθεί ξανά. Το 1999 εκδόθηκε το βιβλίο «Μάτια Ορθάνοιχτα» (Eyes Wide Open) του Βρετανού συγγραφέα και σεναριογράφου Φρέντρικ Ράφαελ (Frederic Raphael). Μέσα σε αυτό περιέγραψε τη δουλειά του με τον Στάνλεϊ Κιούμπρικ (Stanley Kubrick), ο οποίος τότε έφτιαχνε αυτό που θα γινόταν τελικά η ταινία του «Μάτια Ερμητικά Κλειστά» (Eyes Wide Shut). Ο Ράφαελ σχεδόν δεν συνάντησε καν τον Κιούμπρικ κατά τη διάρκεια της συνεργασίας τους, η οποία έλαβε χώρα κυρίως στο τηλέφωνο. Ο Κιούμπρικ θα μιλούσε στο τηλέφωνο με τον Ράφαελ για ώρες ολόκληρες.

Ο Κιούμπρικ τηλεφώνησε μέσα στη νύχτα και ξύπνησε τον Ράφαελ κάποιο βράδυ και, ως συνήθως, χωρίς να λέει ποιος είναι ή να αναφέρεται στο κοινό τους εγχείρημα, τον ρώτησε κατευθείαν: «Φρέντρικ, έχουν υπάρξει ταινίες για το Ολοκαύτωμα;» Ο Ράφαελ, σε κατάσταση μεταξύ ύπνου και ξύπνιου απάντησε ότι φυσικά και έχουν υπάρξει. «Δηλαδή, ποιές;», ρώτησε ο Κιούμπρικ. «Ο Επιβάτης» ήταν η πρώτη που ήρθε στο νου του Ράφαελ. «Αυτή δεν είναι ταινία για το Ολοκαύτωμα» απάντησε ο ευέξαπτος δημιουργός, συγχέοντας την ταινία του 1963 του Πολωνού σκηνοθέτη του Άντρεϊ Μουνκ (Andrzej Munk) «Ο Επιβάτης» (που εννοούσε ο Ράφαελ) με τον «Επιβάτη» του 1975 του Ιταλού σκηνοθέτη Michelangelo Antonioni.

Αφού ο Ράφαελ έλυσε την παρεξήγηση, ο Κιούμπρικ ρώτησε: «Ποια άλλη υπάρχει»; «Η Λίστα του Σίντλερ», απάντησε ο Ράφαελ. «Έξι εκατομμύρια άνθρωποι πέθαναν στο Ολοκαύτωματα. Η Λίστα του Σίντλερ είναι για τους 600 που σώθηκαν. Δεν είναι ταινία για το Ολοκαύτωμα», απάντησε ο Κιούμπρικ, πριν κλείσει το τηλέφωνο. Δε σκοπεύω να ασχοληθώ με τη διάκριση που επιχείρησε ο Κιούμπρικ σχετικά με την ταινία του 1993 του Στίβεν Σπίλμπεργκ (Steven Spielberg), η οποία διέλυσε κάθε εμπόδιο που μέχρι τότε απέτρεπε το θέμα αυτό να τεθεί μέσα σε δημοφιλείς ταινίες. Θέλω αντ’ αυτού να συζητήσω για την ταινία που μπέρδεψε τον Κιούμπρικ, την ταινία του Μουνκ που θα έπρεπε –με μεγαλύτερη ακρίβεια– να λέγεται «Η Επιβάτης».

«Η Επιβάτης» δεν ήταν βέβαια η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία για το Ολοκαύτωμα. Πριν από αυτήν είχε γυριστεί το «Kapò» (1960) του Ιταλού σκηνοθέτη Τζίλο Ποντεκόρβο (Gillo Pontecorvo) [ο οποίος αργότερα γύρισε τη «Μάχη του Αλγερίου» (The Battle of Algiers)] και χαντακώθηκε για τη μελοδραματική φύση της. Παρόλα αυτά, η ταινία του είναι περισσότερο ενδιαφέρουσα από ότι είχε φανεί κατά την πρώτη της κυκλοφορία.

Ο Μουνκ ανήκε στους πρώτους απόφοιτους της Εθνικής Σχολής Κινηματογράφου του Λοτζ –συνιστώντας ένα από τα πρώτα σημάδια του νέου κύματος Πολωνικών ταινιών στη δεκαετία του 1950. Η ταινία του Μουνκ είναι μια τελείως διαφορετική ταινία από αυτή του Ποντεκόρβο. Μέρος της μοναδικότητάς της αποτελεί το γεγονός ότι ο Μουνκ σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα κατά τη διάρκεια της παραγωγής της το 1961. Η ταινία ολοκληρώθηκε, αναφερόμενη σε αυτό το γεγονός από τον σκηνοθέτη Witold Lesiewicz. Το τελικό αποτέλεσμα της ταινίας, λοιπόν, αντανακλά δύο παράλληλες μνήμες: αυτή του Ολοκαυτώματος, τη μνήμη που ο Μουνκ ήθελε να διατηρήσει μέσω της ταινίας του και αυτή του ίδιου του Μουνκ, στον οποίο αφιερώνεται.

Το σενάριο στο οποίο βασίστηκε ο Μουνκ προέρχεται από ένα μυθιστόρημα της Zofia Posmysz που αφηγείται την ιστορία της Λίζα (Aleksandra Slaska), μιας Γερμανίδας που επιστρέφει στην Πολωνία για πρώτη φορά μετά τον πόλεμο. Καθώς ταξιδεύει με πλοίο στον προορισμό της, αναγνωρίζει στο ταξίδι την Μάρτα (Anna Ciepielewska) η οποία υπήρξε έγκλειστη, υπό την αυστηρή επιτήρηση της Λίζας, στο στρατόπεδο του Άουσβιτς. Η συνάντησή τους προκαλεί μια σειρά από φλασμπάκ (που γυρίστηκαν από το σκηνοθέτη στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Άουσβιτς-Μπίρκεναου) και μέσα από τα οποία η Λίζα αποπειράται να βρει κάποια αιτιολόγηση για τις πράξεις της στο παρελθόν. Η προσπάθειά της αποδεικνύεται μάταιη και τα σκοτεινά μυστικά της ως φρουρού του Άουσβιτς, τα οποία προσπαθεί να απωθήσει, αποκαλύπτονται.

Λόγω του ξαφνικού θανάτου του Μουνκ, οι σκηνές που δεν πρόλαβε να γυρίσει, παρουσιάζονται ως στάσιμα στιγμιότυπα. Αυτό δίνει στην ταινία ένα μοναδικό στυλ που δεν προβλεπόταν να υπάρχει εξαρχής: αντιπαρατίθενται το «παγωμένο» παρόν με το «ζωντανό» παρελθόν, όπως αυτό δημιουργήθηκε εκ νέου στο Άουσβιτς, γεγονός που μετριάζει τις μελοδραματικές διαστάσεις της ταινίας. Κυκλοφορώντας το 1963 στην Πολωνία και εμφανιζόμενη την επόμενη χρονιά στο Φεστιβάλ των Καννών, η ταινία υπήρξε σημαντικό μέρος του λόγου που είχε να κάνει το σινεμά και τη μνημόνευση του Ολοκαυτώματος.

Συζητώντας ανατολικοευρωπαϊκές ταινίες για το Ολοκαύτωμα, θα έπρεπε να αναφέρουμε και ένα ακόμα πιο περιφρονημένο φιλμ –αλλά εξίσου εντυπωσιακό με αυτό του Μουνκ: «Τα Διαμάντια της Νύχτας» (1964) του Τσέχου σκηνοθέτη Γιαν Νέμες (Jan Nemec). Η ταινία αποτελεί μέρος του τσέχικου νέου κύματος της δεκαετίας του 1960 που περιλάμβανε σκηνοθέτες όπως ο Milos Forman, ο Jirí Menzel και ο Ivan Passer. «Τα Διαμάντια της Νύχτας» ήταν η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Γιαν Νέμες, ο οποίος πέθανε τον Μάρτιο του 2016 σε ηλικία 79 ετών. Το στυλ του φιλμ είναι σκληρό και ρεαλιστικό με λυρικά στοιχεία, περιλαμβάνοντας τις δυσκολίες που συναντούν δύο νεαροί Εβραίοι στην προσπάθειά τους να επιβιώσουν αφού δραπετεύουν από ένα τρένο που τους μεταφέρει από το ένα στρατόπεδο εξόντωσης στο άλλο.

Είναι κρίμα που η ισραηλινή τηλεόραση δεν παρουσιάζει σημαντικά και αξιόλογα φιλμ σαν τα παραπάνω στο κοινό της, αντί να δείχνει κάθε φορά τα ίδια και τα ίδια κατά την Ημέρα Μνήμης του Ολοκαυτώματος.

Uri Klein, Αρθρογράφος της Haaretz.

211 views0 comments
bottom of page