top of page
  • Writer's pictureJewish&IsraelStories

Πώς φάνηκε στον Claude Lanzmann του "Shoah", το "Inglourious Basterds" του Quentin Tarantino.

Updated: Jan 18, 2021


Οι Γάλλοι διανοούμενοι Maxime Rodinson, Simone de Beauvoir, Claude Lanzmann, Regis Debray, Pierre Nora και Alain Finkielkraut ποζάρουν στο Παλάτι των Ιλυσίων (14-09-1982 AFP).

Uri Klein, 17 Ιουλίου 2018.

Με τη ζωή του και το έργο του, ο Κλωντ Λάντζμαν, που πέθανε στις 5 Ιουλίου του 2018 σε ηλικία 92 ετών, μας κληροδότησε τη μνήμη του Ολοκαυτώματος. Ξεκίνησε με το «Shoah», το επικό του, όπως το χαρακτήρισε ο ίδιος, ντοκιμαντέρ του 1985 που διαρκεί 9 ώρες και 26 λεπτά και άλλαξε για πάντα τον κινηματογραφικό διάλογο που υπήρχε ως τότε γύρω από τη σύνδεση μεταξύ σινεμά και της μνήμης του Ολοκαυτώματος. Συνέχισε με το προτελευταίο του φιλμ «Τον Τελευταίο των Αδίκων» (2013) στο οποίο εστίασε σε ένα υποκείμενο –την αμφιλεγόμενη φιγούρα του Benjamin Murmelstein, του τελευταίου επικεφαλής των Judenrats του Γκέτο του Τερέζιενσταντ (Theresienstadt) και μοναδικού επιζώντα. Ο τίτλος του φιλμ του Λάντζμαν αντέστρεφε τον τίτλο της γνωστής νουβέλας του André Schwarz-Bart «Ο Τελευταίος των Δικαίων». Με τη «Shoah», ο Λάντζμαν έγινε ένα από τους πιο σημαντικούς σκηνοθέτες στην ιστορία της τέχνης. Ένας στόχος μόνο τον παρακινούσε: να συνεχίσουμε να προσπαθούμε να κατανοήσουμε ακόμα και αυτό δεν είναι δυνατόν και, πάνω από όλα, να συνεχίσουμε να θυμόμαστε και να μην ξεχνάμε. Από το «Shoah» μέχρι τον «Τελευταίο των Αδίκων» που έμοιαζε με ένα ρέκβιεμ των απάντων του και της μνήμης του Ολοκαυτώματος που αυτά εσωκλείουν – επέμενε πεισματικά να επιτύχει αυτό το σκοπό.

Κατά τη γνώμη μου η συζήτηση πάνω στη σύνδεση μεταξύ κινηματογράφου και μνήμης του Ολοκαυτώματος είναι ο πιο σημαντικός διάλογος που ωθεί την ιστορία του σινεμά από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αν και βυθίζεται βαθιά μέσα σε αυτή την ιστορία. Πριν το «Shoah», λίγα ντοκιμαντέρ ή ταινίες ασχολούνταν με τη μνήμη του Ολοκαυτώματος. Ο πρωτοπόρος ήταν ο Γάλλος σκηνοθέτης Alain Resnais που στο φιλμ του «Νύχτα και Ομίχλη» το 1956 απεικόνισε πρώτος τα στρατόπεδα εξόντωσης. Αλλά αυτό το φιλμ, δεδομένης της ιστορικής του σημασίας, ήταν επίσης προβληματικό –τουλάχιστον στο βαθμό που η λέξη «Εβραίος» δεν αναφερόταν καν στην αφήγηση που το συνόδευε.

Ταυτόχρονα όλες οι επαναστάσεις που υποδαυλίζονταν στο σινεμά, συγκεκριμένα στις μεταπολεμικές δεκαετίες, πήγαζαν από ένα αίσθημα ότι δεν ήταν πια δυνατόν να χρησιμοποιούμε τις λέξεις «ιστορία» και «κουλτούρα» με τους παλιούς τρόπους που συνηθίζαμε να μιλάμε για αυτές. Το να συνεχιστεί η ιστορία του σινεμά από όπου είχε σταματήσει, λες και ο πόλεμος και το Ολοκαύτωμα υπήρξαν μια μαύρη τρύπα που θα μπορούσαμε να προσπεράσουμε για να φτάσουμε στο μεταπολεμικό παρόν, ήταν μη βιώσιμο. Αυτό το αίσθημα ήταν η πηγή της ανάδυσης, μεταξύ άλλων, του Γαλλικού Νέου Κύματος και της δημιουργίας του μοντέρνου σινεμά ως συνόλου.

Η «Shoah» του Λάντζμαν πρέπει να εκτιμηθεί στο ιστορικό πλαίσιο των υλικών που προέκυψαν μέσα από τις διαδικασίες που σχημάτισαν τον κινηματογράφο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η πιο ριζοσπαστική πράξη του Λάντζμαν ήταν η απόφασή του να μη χρησιμοποιήσει ούτε ένα τεκμήριο αρχειακού υλικού στο φιλμ του για τη «Shoah», μια απόφαση στην οποία επέμεινε και στα επόμενά του φιλμ, πλην του «Τελευταίου των Αδίκων».

Ο Γάλλος σκηνοθέτης Claude Lanzmann στις Κάννες όταν παιζόταν το φιλμ του «Σόμπιμπορ» (14-05-2001, AFP).

Στην πρώτη μου συνάντηση μαζί του τον ρώτησα τι τον ώθησε σε αυτή την επιλογή. Το φιλμ του, απάντησε, ασχολείται με το ζήτημα της εξόντωσης –και η εξόντωση δεν αφήνει ίχνη. Το να αποφύγει πλήρως να κάνει χρήση αρχειακού υλικού κατέστησε το «Shoah» ένα έργο που αναμειγνύει το παρόν το οποίο δείχνει με το παρελθόν που συνεχίζει μέσα σε αυτό, τόσο στις μαρτυρίες των συνεντευξιαζόμενων όσο και στα σημεία των γυρισμάτων. Στο «Shoah» ο Λάντζμαν προσπάθησε να καταγράψει τη διαδικασία της εξόντωσης, λεπτομέρεια τη λεπτομέρεια, βήμα-βήμα, την εξόντωση που έγινε εφικτή στην ίδια την καρδιά της νεωτερικότητας. Στο επόμενο φιλμ του Λάντζμαν επίσης παρουσιάζεται η ανάμειξη μεταξύ παρελθόντος και παρόντος που είναι πρόγονος της μνήμης. Τόσο το «Ένας Επισκέπτης από τους Ζωντανούς» (1999) όσο και το «Σόμπιμπορ, 14 Οκτωβρίου 1943, 4 π.μ.» (2001), όπως και η «Αναφορά Karski» (2010) αλλά και ο «Τελευταίος των Αδίκων» βασίζονται σε υλικό συνεντεύξεων που ο Λάντζμαν πήρε κατά τη διάρκεια της δημιουργίας του «Shoah» και δεν ενέταξε σε αυτό το φιλμ. Επιστρέφει στη συνέντευξη με έναν αξιωματούχο του Ερυθρού Σταυρού ο οποίος επισκέφτηκε το Τερέζιενσταντ και το βρήκε να είναι ένα μοντέλο στρατοπέδου. Στις συνεντεύξεις με τους ηγέτες της εξέγερσης στο Σόμπιμπορ. Στη συνέντευξη με τον Jan Karski, ένα μέλος της πολωνικής αντίστασης που στάλθηκε το 1942 στην Ουάσινγκτον για να πληροφορήσει τους Συμμάχους για τις ενέργειες της Αντίστασης και την εξόντωση των Εβραίων. Και στη συνέντευξη με τον Murmelstein. Όλα αυτά συμπεριλαμβάνουν μνήμες που έρχονται από το παρελθόν, το ίδιο το Ολοκαύτωμα και επίσης το υλικό του σκηνοθέτη του «Shoah», μπλέκοντας με το παρόν των καινούργιων φιλμ που δημιουργούνται. Αυτά τα φιλμ είναι υποστηρικτικά για το «Shoah» και όχι λιγότερο σημαντικά από αυτό με την έννοια ότι θέτουν στο προσκήνιο τη συνέχεια της μνήμης, της μνήμης που δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να ξεχαστεί και στην οποία η ανθρωπότητα, η κουλτούρα –και το σινεμά μέσα της– έχουν μια υποχρέωση να μην ξεχάσουν.


Shoah trailer – דלג

Μάρτυρας ενός Αιώνα. Η υπέροχη αυτοβιογραφία του Λάντζμαν με τίτλο «Ο Λαγός της Παταγονίας» (Αγγλική εκδοχή, 2012) μπορεί να διαβαστεί σαν ένα μυθιστόρημα υψηλής έντασης. Ο σκηνοθέτης γεννήθηκε στο Παρίσι το 1925 από γονείς μετανάστες από τη Ρωσία και υπήρξε πολίτης του 20ού αιώνα που είδε και βίωσε τα πάντα. Δεν είναι τυχαίο που μια ανθολογία άρθρων για αυτόν και το έργο του, η οποία εκδόθηκε στη Γαλλία το 2017 (και μια αποκάλυψη: είμαι ο συγγραφέας ενός από αυτά τα άρθρα), φέρει τον τίτλο «Un voyant dans le siècle» (Ένας Μάρτυρας του Αιώνα). Ως έφηβος ο Λάντζμαν πολέμησε με τη γαλλική Αντίσταση. Μετά τον πόλεμο σπούδασε φιλοσοφία στη Σορβόννη πριν μετακομίσει στη Δυτική Γερμανία στο τέλος της δεκαετίας του 1940. Όταν επέστρεψε στη Γαλλία γνώρισε τον Ζαν-Πωλ Σαρτρ και τη Σιμόν ντε Μποβουάρ, οι οποίοι τον προσκάλεσαν στη συντακτική επιτροπή του ιδιαίτερα επιδραστικού περιοδικού Les Temps Modernes που είχαν ιδρύσει το 1945. Οι διανοητικές και ρομαντικές σχέσεις μεταξύ Λάντζμαν, Σαρτρ και Μποβουάρ –εκείνη ήταν 18 χρόνια μεγαλύτερη από τον Λάντζμαν– συνιστούν ένα συναρπαστικό και κάποιες φορές διασκεδαστικό κεφάλαιο στις αναμνήσεις του σκηνοθέτη. Το 1986, μετά το θάνατο της Μποβουάρ, ο Λάντζμαν έγινε αρχισυντάκτης του περιοδικού, μια θέση που κράτησε μέχρι και το δικό του θάνατο.



Από το «Γιατί Ισραήλ» – דלג

Πριν τη «Shoah», ο Λάντζμαν γύρισε το «Γιατί Ισραήλ», μια υπεράσπιση της χώρας ενάντια σε όσους της επιτίθεντο από τα δεξιά και από τα αριστερά, το οποίο κυκλοφόρησε το 1973. Το φιλμ «Tsahal» (IDF) του 1994 που ασχολείται με την αναγέννηση του εβραϊκού λαού, προκάλεσε ένα κύμα διαμαρτυριών εναντίον του, ακόμα και μέσα στο Ισραήλ. Ο Λάντζμαν κατηγορήθηκε ότι δημιούργησε ένα προπαγανδιστικό φιλμ χωρίς κριτική. Στις συναντήσεις μου μαζί του, μίλησε για το αίσθημα προσβολής που βίωσε εκείνη την εποχή, ειδικά στο Ισραήλ.

Στην αυτοβιογραφία του ο Λάντζμαν συζητά επίσης την απόφασή του να φτιάξει τη «Shoah», για την οποία τα γυρίσματα ξεκίνησαν το 1976 και μιλά για τη διαδικασία της δημιουργίας του έργου του. Ωστόσο, δεν αφιερώνει πολλές σελίδες σε αυτό το κεφάλαιο της ζωής του. Το βιβλίο περιλαμβάνει επίσης, σα μυθιστόρημα μέσα σε ένα μυθιστόρημα, μια αναφορά στην επίσκεψή του στη Βόρεια Κορέα το 1958, όπου ερωτεύτηκε μια ντόπια νοσοκόμα που είχε τραυματιστεί από ναπάλμ στον πόλεμο της Κορέας. Αυτή η ανάμνηση αποτελεί το θεμέλιο του τελευταίου του φιλμ «Ναπάλμ» (2017), στο δεύτερο μέρος του οποίου ο ίδιος ο Λάντζμαν εξομολογείται σε έναν συνεντευξιαστή που δεν βλέπουμε την ιστορία της χαμένης του αγάπης κατά το ταξίδι του 1958. Το 2018 ο Λάντζμαν σκηνοθέτησε μια τηλεοπτική σειρά τεσσάρων επεισοδίων με τον τίτλο «Οι Τέσσερις Αδερφές» με την οποία ξαναγυρνάει στη μνήμη του Ολοκαυτώματος μέσα από τις ιστορίες γυναικών που επέζησαν.


Όπως ήδη σημείωσα, συνάντησα τον Λάντζμαν αρκετές φορές. Ήταν μια επιβλητική παρουσία και ίσως ακόμα μία που ενέπνεε το φόβο. Δεν ήταν ένας εύκολος άνθρωπος, για να το θέσω με έναν ήπιο τρόπο, όπως θα βεβαίωναν και αυτοί που αναλάμβαναν τις επισκέψεις του στο Ισραήλ. Θυμάμαι το φόβο που μου ενέπνευσε την πρώτη φορά που του πήρα συνέντευξη στην Ιερουσαλήμ, αλλά εν τέλει τα πήγαμε καλά και είμαι περήφανος που με συμπάθησε και εξέφραζε μια στοργή σε κάθε επόμενη συνάντησή μας στο Ισραήλ και στο Φεστιβάλ Καννών. Παρόλα αυτά, όταν του έπαιρνα συνέντευξη, οι απαντήσεις του και πάλι με έκαναν που και που νευρικό. Και οι δύο αποστρεφόμασταν τη «Λίστα του Σίντλερ» του Σπίλμπεργκ και το γεγονός ότι η επιτυχία αυτής της ταινίας έσπασε το φράγμα της παραγωγής έπειτα ενός μεγάλου αριθμού μελοδραματικών ταινιών γύρω από τη μνήμη του Ολοκαυτώματος που σκοπός τους ήταν να διασκεδάζουν το κοινό. Θυμάμαι βέβαια και το δισταγμό που ένιωσα όταν, σε μια από τις τελευταίες μας συνεντεύξεις, ρώτησα τη γνώμη του για το «Άδοξοι Μπάσταρδοι» του Κουέντιν Ταραντίνο (Quentin Tarantino).

Οι ηθοποιοί Eli Roth, αριστερά, και Brad Pitt σε μια σκηνή της ταινίας «Inglourious Basterds» (Francois Duhamel/TWC via Bloomberg).

Δεν μπορούσα να φανταστώ με ποιο τρόπο θα μου απαντούσε αλλά είδα ένα μεγάλο χαμόγελο να σχηματίζεται στο πρόσωπό του. Μου είπε ότι απόλαυσε πολύ την ταινία. Όχι μόνο ανακουφίστηκα, αλλά η απάντηση του Λάντζμαν μου έδειξε για άλλη μια φορά –αν χρειάζονταν δηλαδή ακόμα αποδείξεις για κάτι τέτοιο– το πόσο βαθιά κατανοούσε την ουσία ανάμεσα στους λόγους του σινεμά και τη μνήμη του Ολοκαυτώματος, της οποίας ο ίδιος υπήρξε σημαντικός υπερασπιστής. Και για αυτό ακριβώς το όνομά του θα γίνεται αντικείμενο μνήμης για πάντα στην ιστορία του σινεμά, με την προϋπόθεση ότι και εμείς δεν θα ξεχάσουμε.


Ο Γάλλος φιλόσοφος Ζαν-Πωλ Σαρτρ (δεξιά), η Γαλλίδα συγγραφέας Σιμόν ντε Μποβουάρ και ο σκηνοθέτης Κλωντ Λάντζμαν (αριστερά) επισκέπτονται τις πυραμίδες της Αιγύπτου (04-03-1967, AFP).

Uri Klein, Αρθογράφος της Haaretz.

89 views0 comments
bottom of page