top of page
Writer's pictureJewish&IsraelStories

Ο Κωμικός των Καμπαρέ που κορόιδευε τους Ναζί και πέθανε στο Νταχάου

Updated: Jan 18, 2021

Ο Fritz Gruenbaum, προσπαθώντας να φτιάξει τη διάθεση στους συγκρατούμενούς του στο στρατόπεδο συγκέντρωσης: «Η απόλυτη στέρηση και η συστηματική λιμοκτονία είναι οι καλύτερες άμυνες απέναντι στο διαβήτη!» Haaretz. Του David B. Green, 14 Ιανουαρίου 2015.


«Νεκρή Πόλη III», ένα από τα έργα της συλλογής του Fritz Gruenbaum από τον Schiele, σήμερα στο μουσείο Leopold, Βιέννη (Wikimedia Commons).

Την 1η Ιανουαρίου του 1941, ο καλλιτέχνης καμπαρέ και συλλέκτης έργων τέχνης Fritz Gruenbaum πέθανε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Νταχάου. Ο Γκρούενμπαουμ δήλωνε θαρραλέα την απέχθειά του για τους Ναζί, οι οποίοι αποτέλεσαν μόνιμο θέμα των σκετς του στα νυχτερινά κλαμπ, μέχρι και τη σύλληψή του το 1938. Και συνέχιζε να δίνει παραστάσεις για τους υπόλοιπους συγκρατούμενούς του μέχρι το θάνατό του. Η σημερινή τύχη των τμημάτων της καλλιτεχνικής συλλογής του, τα οποία οι κληρονόμοι ισχυρίζονται ότι κατασχέθηκαν από τους Γερμανούς, εξακολουθεί να κρατά το όνομα του Γκρούενμπαουμ στα πρωτοσέλιδα.


Ο Franz Friedrich Grünbaum γεννήθηκε στις 7 Απριλίου του 1880 στην πόλη Bruenn της Μοραβίας, τότε κομμάτι της Αυστροουγγαρίας (στο σημερινό Brno, της Τσεχίας). Φοίτησε στη Νομική του Πανεπιστημίου της Βιέννης, αλλά μετά την αποφοίτησή του, άρχισε να εργάζεται στον τομέα που ήταν η πραγματική του αγάπη –την ψυχαγωγία.

Ξεκίνησε γράφοντας για μια σειρά κλαμπ της Βιέννης το 1903 και έκανε την πρώτη του εμφάνιση στη σκηνή στο καμπαρέ Die Hoelle. Στα επόμενα χρόνια μέχρι τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο έπαιζε σε σκηνές στη Βιέννη και το Βερολίνο. Ο Γκρούενμπαουμ δεν φοβόταν να αντιπαρατεθεί με το κοινό του: το 1910, χαστούκισε έναν Αυστριακό αξιωματικό που έκανε αντισημιτικά σχόλια κατά της διάρκεια μιας παράστασης και βρέθηκε αντιμέτωπος με μια πρόσκληση σε μονομαχία, στην οποία τραυματίστηκε.

Κάποια χρόνια αργότερα, κατά τη διάρκεια της γερμανικής οικονομικής κρίσης στο Βερολίνο, σταμάτησε μια παράσταση για να προσφωνήσει τους καλεσμένους που κάθονταν κοντά στη σκηνή: «Αγαπητές μου κυρίες και κύριοι, εκεί στην πρώτη σειρά. Είναι ήδη αρκετά άσχημο που πρέπει να σας βλέπω να τρώτε μια τέτοια στιγμή, αλλά ακόμη χειρότερα πρέπει και να σας ακούω να τρώτε...!» Κατά τη διάρκεια του Α Παγκοσμίου Πολέμου, ο Γκρούενμπαουμ κατατάχθηκε ενθουσιωδώς στον αυστριακό στρατό και υπηρέτησε στο ιταλικό μέτωπο.


«Δε βλέπω τίποτα, απολύτως τίποτα»

Τη δεκαετία του 1920 και στις αρχές αυτής του 1930, ο Gruenbaum υπήρξε πολυγραφότατος, έπαιζε σε θεατρικές σκηνές και αργότερα σε ταινίες. Το 1933, αφότου ο Χίτλερ ανήλθε στην εξουσία στη Γερμανία, οι Ναζί έγιναν συχνά στόχος της κωμωδίας του. Την ίδια μέρα που τα γερμανικά στρατεύματα παρέλασαν στη Βιέννη, στις 12 Μάρτη του 1938, ο Γκρούενμπαουμ έδινε παράσταση στο Café Simplicissimus. Πάσχισε να βρει το δρόμο του για να ανέβει στη σκοτεινιασμένη σκηνή και, μόλις ανέβηκε, είπε: «Δε βλέπω τίποτα, απολύτως τίποτα. Θα πρέπει να περιπλανήθηκα ήδη αρκετά μέσα στην Εθνικοσοσιαλιστική κουλτούρα». Όπως ήταν αναμενόμενο, οι παραστάσεις του Γκρούενμπαουμ απαγορεύτηκαν αμέσως. Μαζί με την τρίτη του σύζυγο, την Ελίζαμπεθ (Lilly) Χερτζ προσπάθησε να μεταναστεύσει στην Μπρατισλάβα αλλά τους γυρίσανε πίσω στα σύνορα της Σλοβακίας. Συνελήφθη λίγο αργότερα και στάλθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου, έξω από το Μόναχο. Τόσο στο Νταχάου όσο και στο Μπούχενβαλντ όπου κρατήθηκε για μια σύντομη περίοδο, ο Γκρούενμπαουμ οργάνωσε πολιτιστικές δραστηριότητες και μέσα από το stand-up προσπάθησε να ανεβάσει το ηθικό των συγκρατούμενών του. Οι επιζώντες τον θυμούνταν να προσπαθήσει να τους φτιάξει το κέφι με υποτιθέμενα ιατρικά ανακοινωθέντα τύπου «Η απόλυτη στέρηση και η συστηματική λιμοκτονία είναι οι καλύτερες άμυνες απέναντι στο διαβήτη!» Η τελευταία του παράσταση έλαβε χώρα στο νοσοκομείο του Νταχάου στις 31 Δεκεμβρίου του 1940, ανήμερα της πρωτοχρονιάτικης βραδιάς. Ο Γκρούενμπαουμ ήταν ήδη άρρωστος με φυματίωση. Δύο εβδομάδες αργότερα, στις 14 Ιανουαρίου του 1941, πέθανε.


Η Lilly, η σύζυγος του Γκρούενμπαουμ έπρεπε να περάσει μέσα από τις σύνθετες νομικές διαδικασίες που απαιτούσαν οι Γερμανοί για να αποποιηθεί όλα τα περιουσιακά στοιχεία αυτής και του συζύγου της. Τον Οκτώβριο του 1942 απελάθηκε κι εκείνη στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Maly-Trostinec κοντά στο Minsk και μάλλον πέθανε εκεί. Η συλλογή τέχνης του Γκρούενμπαουμ συμπεριλάμβανε 81 κομμάτια του Βιεννέζου εξπρεσιονιστή Egon Schiele (1890-1918). Δύο από αυτά, το «Γυναίκα που κάθεται με το πόδι της λυγισμένο» (τέμπερα και κηρομπογιά, του 1917) και η «Πόλη στο Μπλε Ποτάμι» (νερομπογιές, του 1910), προσφέρθηκαν προς πώληση σε δημοπρασία στη Νέα Υόρκη τον περασμένο Νοέμβρη, στους οίκους Sotheby και Christie αντίστοιχα. Στην περίπτωση της «Πόλης στο Μπλε Ποτάμι», ο οίκος Christie και η δημοπρασία αναγνώρισαν πως οι πίνακες υπήρξαν προϊόντα λεηλασίας και συμφώνησαν να δώσουν ένα ποσοστό στους κληρονόμους του Γκρούενμπαουμ. Ο οίκος Sotheby, από την άλλη, βασισμένος σε μια έρευνα που έκανε και σε μια απόφαση ομοσπονδιακού δικαστηρίου στη Νέα Υόρκη συμπέρανε ότι η «Γυναίκα που Κάθεται» πωλήθηκε νόμιμα τη δεκαετία του 1950 από την αδερφή της Lilly, Mathilde Lukacs-Herzl. Ο πίνακας πωλήθηκε αντί 1.3 εκατομμυρίων δολαρίων, ενώ η «Πόλη στο Μπλε Ποτάμι» στα 2.9 εκατομμύρια δολάρια, δηλαδή σε τιμή υπερ-διπλάσια της εκτιμώμενης.


David B. Green, Αρθρογράφος της Haaretz.


53 views0 comments

Comments


bottom of page