Χρησιμοποιώντας δώρα, δωροδοκίες και το προσωπικό του χάρισμα, ο Clement Behar έθεσε τη ζωή του σε κίνδυνο για να σώσει τους Εβραίους της αιγυπτιακής πρωτεύουσας από τις διώξεις που υπέστησαν στις δεκαετίες του 1940 και του 1950. Της Flora Hastings, 21 Ιουλίου 2019.
Ο Clement Behar αφηγείται την ιστορία της διάσωσης των Εβραίων του Καΐρου (Flora Hastings / Haaretz).
Η οικογένειά του, όπως και άλλες πολλές Αιγύπτιων Εβραίων, απόλαυσε μια οικονομική και κοινωνική άνοδο. Αλλά το 1948 τα πράγματα πήραν μια τροπή προς το χειρότερο: ιδρύθηκε το Ισραήλ ως ανεξάρτητο κράτος αφού οι Εβραίοι ένοπλοι οδήγησαν σε ήττα την Βρετανική Εντολή στην Παλαιστίνη. Μια μέρα αργότερα, στις 15 Μαΐου, ξέσπασε ο Πόλεμος της Ανεξαρτησίας. Η νεότευκτη χώρα επιβίωσε την εισβολή πέντε αραβικών εθνών που αντιτέθηκαν στο να πάρουν οι Εβραίοι αραβική γη για το κράτος τους, ενώ το τελευταίο κατάφερε να θέσει υπό τον έλεγχό του και άλλες περιοχές, πυροδοτώντας ένα βαθύ αντι-εβραϊκό αίσθημα στην περιοχή.
Εκείνη την εποχή, η Αίγυπτος ήταν η πατρίδα 80.000 Εβραίων που έμεναν εκεί για τρεις χιλιετίες, με κάποιους από αυτούς να έχουν μεταναστεύσει εκεί από την Ευρώπη από την περίοδο του ύστερου 19ου αιώνα. Παρά το μέγεθός τους, οι Εβραίοι της χώρας τέθηκαν σε μια επισφαλή θέση λόγω της υποτιθέμενης αφοσίωσής τους στο Ισραήλ. Πολλοί από αυτούς, θεωρούσαν τους εαυτούς τους περισσότερο Αιγύπτιους παρά Εβραίους και απέρριψαν τις εκκλήσεις των όλο και πιο δυνατών εθνικιστικών κύκλων της Αιγύπτου να εγκαταλείψουν τη χώρα. Οι εκκλήσεις όμως γρήγορα μετατράπηκαν σε βία.
Ένα περιβόητο περιστατικό ήταν η εξέγερση της Ημέρας του Μπαλφούρ, που έλαβε χώρα το Νοέμβριο του 1945. Ξεκίνησαν ως αντι-εβραϊκές διαδηλώσεις για την 28η επέτειο της Διακήρυξης του Μπαλφούρ, αλλά γρήγορα εξελίχθηκαν σε συγκρούσεις στις οποίες πέντε Αιγύπτιοι Εβραίοι δολοφονήθηκαν και εκατοντάδες τραυματίστηκαν. Το 1948 τα πράγματα έγιναν χειρότερα. Εκατοντάδες δολοφονήθηκαν, εβραϊκές συναγωγές κάηκαν ολοσχερώς και εβραϊκές γειτονιές στη χώρα βομβαρδίστηκαν. Πολλοί Εβραίοι φυλακίστηκαν, συχνά με την υποψία ότι κατασκόπευαν για το Ισραήλ. Και τότε ήταν που η επιχείρηση του Μπεχάρ ξεκίνησε. «Κάθε μέρα, οι αστυνομικοί συλλάμβαναν νεαρούς Εβραίους και οι οικογένειές τους έρχονταν να με δουν και να ζητήσουν τη βοήθειά μου», έγραψε στα απομνημονεύματά του.
‘Υποχρεωμένος να σώσω τους Εβραίους’
Το 1953 γεννήθηκε η Αιγυπτιακή Δημοκρατία και στην εξουσία ανέβηκε ο εθνικιστής σοσιαλιστής Gamal Abdel Nasser. Η Αίγυπτος τελικά απελευθερώθηκε από τη βρετανική κατοχή, αλλά η εβραϊκή κοινότητα υπέστη μόνον δεινά από αυτή την εξέλιξη. Το κίνημα των Παν-Αραβιστών συνέχισε να αναπτύσσεται κατά τη διάρκεια του Νάσερ και οι Εβραίοι γίνονταν αντιληπτοί ως εμπόδιο στους στόχους του: να ενωθούν όλα τα αραβικά έθνη σε ένα ενιαίο κράτος. Το 1950 το 40% των Αιγύπτιων Εβραίων εγκατέλειψε τη χώρα. «Ένιωσα ηθικά υποχρεωμένος να βοηθήσω τους Εβραίους», είπε ο Μπεχάρ στην Haaretz.
Άρχισε να το κάνει χρησιμοποιώντας τη φιλία του με έναν ανώτερο αξιωματικό της αστυνομίας με το όνομα El Hamichari. Ο Μπεχάρ διαπραγματεύτηκε την απελευθέρωση των φυλακισμένων Εβραίων προσφέροντας δώρα και δωροδοκίες. «Ντυμένος κομψά και φορώντας το παραδοσιακό φέσι, ο νεαρός Μπεχάρ μπήκε εύκολα σε κάθε αστυνομικό τμήμα του Καΐρου, όπου συχνά τον μπερδεύανε για αξιωματικό χάρη στην εξαιρετική του χρήση της αιγυπτιακής αραβικής γλώσσας». Η εβραϊκή κοινότητα της χώρας συνέχισε να συρρικνώνεται. 14.000 Εβραίοι είχαν καταφύγει στο Ισραήλ, ενώ άλλοι αναζητούσαν καταφύγιο σε άλλες χώρες. Ο αρχιραβίνος της Αιγύπτου έγινε και αυτός στόχος. Στα απομνημονεύματά του ο Μπεχάρ έγραψε ότι το 1954 ο Πρόεδρος Νάσερ έστειλε στον Ραβίνο Chaim Nahoum Effendi μια «δηλητηριώδη πρόσκληση». Για να διασπείρει το αντι-ισραηλινό αίσθημα, ο Nahoum κλήθηκε να βγάλει έναν δημόσιο λόγο στον οποίο θα αποκήρυσσε το εβραϊκό κράτος. Ο Ραβίνος «προσευχόταν να του χαριστεί αυτή η δοκιμασία», έγραψε ο Μπεχάρ, και ήταν τελείως αδύναμος για να αρνηθεί.
Ο Μπεχάρ αποφάσισε να σώσει τον ραβίνο. Έτρεξε προς βοήθεια ενός τολμηρού Εβραίου διευθυντή ενός νοσοκομείου, του Δόκτωρα Bensimmon, ο οποίος συνταγογράφησε φάρμακα για τον ραβίνο «καθώς και μια αυστηρή δίαιτα η οποία πράγματι τον έκανε να μην είναι καλά». Οι εφημερίδες έγραψαν στα ρεπορτάζ τους πως ο Nahoum ήταν πολύ άρρωστος και δεν μπορούσε να παρακολουθήσει την εκδήλωση. Ο Μπεχάρ έγραψε για την ευγνωμοσύνη που του εκδήλωσε ο αρχιραβίνος. «Μακάρι ο Θεός να σε κρατήσει δίπλα μου για κάθε δύσκολη στιγμή», είπε στον Μπεχάρ.
Η απόδραση από τη φυλακή.
Ο Μπεχάρ συνέχισε τις επιχειρήσεις του για να βοηθήσει την εβραϊκή κοινότητα στον Γολγοθά της, αλλά στο τέλος η τύχη του είχε στερέψει. Η αιγυπτιακή αστυνομία τον έπιασε να μεταφέρει παράνομα χρήματα εκτός χώρας για τον γιο του αρχιραβίνου. Καθώς περίμενε τη δίκη του, ο Μπεχάρ έγραψε ένα γράμμα στη σύζυγό του Dorette και τα τέσσερα παιδιά τους. Τους ικέτευσε να εγκαταλείψουν αμέσως την Αίγυπτο. Αφότου καταδικάστηκε σε έξι χρόνια καταναγκαστικής εργασίας υπό κράτηση, ο Behar «αποφάσισε να δραπετεύσει επιτόπου». Στα απομνημονεύματά του ο Μπεχάρ έγραψε ότι φόρεσε πολιτικά ρούχα πριν να πάει στη δίκη του. Εκμεταλλευόμενος την αμφίεσή του και την έλλειψη φρουρών στις φυλακές, κατάφερε να αποδράσει. «Πήρα τις σκάλες προς τα κάτω, περπάτησα μέχρι τις πύλες των φυλακών και απλά βγήκα έξω», θυμάται.
Από εκεί ο Μπεχάρ κλείστηκε σε ένα χριστιανικό μοναστήρι όπου αναζήτησε καταφύγιο με τη βοήθεια ενός μοναχού φίλου του, που τον επισκεπτόταν στη φυλακή. Ο Μπεχάρ έγραψε ότι για 18 μήνες τον κυνηγούσαν. «Ξύρισα το μουστάκι μου, φορούσα γυαλιά ηλίου και έτρεχα προς κάθε κατεύθυνση, ινκογκνίτο, για να βρω έναν τρόπο διαφυγής από τη χώρα. Γυρνούσα το βράδυ στο μοναστήρι». Μετά από περίπου δύο χρόνια σαν φυγάς, ο Μπεχάρ κατάφερε να αποκτήσει μια ψεύτικη λιβανέζικη ταυτότητα με το όνομα Sami Refaat Abdul Hadi. Προσποιούταν τον μουσουλμάνο επιχειρηματία. «Ήξερα πολύ καλά αραβικά. Κανείς δεν θα υποπτευόταν ότι ήμουν Εβραίος», έγραψε αργότερα ο Μπεχάρ. Έπειτα τον βοήθησε ένας ανώτερος αξιωματικός της αστυνομίας, ο λοχαγός Said Nached, που τον φιλοξένησε στο σπίτι του μέχρι να μπορέσει να πετάξει με πτήση προς τη Δαμασκό.
Νοσταλγία για την Αίγυπτο.
Το 1956, ο Μπεχάρ μετακινήθηκε από τη Συρία στον Λίβανο. Μπόρεσε να βρει καταφύγιο εκεί γιατί η Βηρυτός και το Κάϊρο ήταν πολιτικά εχθρικές χώρες την περίοδο εκείνη –ο τότε Λιβανέζος Πρόεδρος Camille Chamoun, ένας Χριστιανός Μαρωνίτης ήταν σθεναρά αντίθετος στον Παναραβισμό του Νάσερ. Ως πολιτικός πρόσφυγας ο Μπεχάρ, έμεινε στην έπαυλη της γραμματέως του προέδρου για αρκετούς μήνες. Κατάφερε να βγάλει και λιβανέζικο διαβατήριο. «Αφού είχα φυγαδευτεί σε μοναστήρι, είχα εξοικειωθεί με όλες τις προσευχές και τις χριστιανικές παραδόσεις. Όλα αυτά ήταν απαραίτητα για τον κύκλο με τον οποίο είχα αναμειχθεί εκείνη την περίοδο», ανακαλεί στα απομνημονεύματά του.
Αργότερα, ο Μπεχάρ μπόρεσε να βγάλει βίζα από την Ελβετία για να φτάσει στη Γαλλία, όπου ζούσανε η σύζυγός του και τα παιδιά τους. Το 1958 έφτασε σε ένα βόρειο προάστιο του Παρισιού ως παράνομος πρόσφυγας, όπου επιτέλους επανενώθηκε με την οικογένειά του. «Είναι όλοι εδώ! Με το που τους είδα, τα ξέχασα όλα: φυλακές, την περιπλάνησή μου, τους εφιάλτες μου».
Μιλώντας στη Haaretz δεκαετίες μετά το ταξίδι του ως φυγάς, ο Μπεχάρ ξέσπασε σε κλάματα όταν μιλούσε για την Αίγυπτο. Όταν τον ρωτήσαμε πως ένιωθε για την εξορία από την πατρίδα του, ο Μπεχάρ απάντησε: «Πέρασα 25 χρόνια κλεισμένος στον εαυτό μου επειδή έφυγα από την Αίγυπτο, τις ρίζες μου και την ταυτότητά μου. Μου πήρε πολύ χρόνο να αποδεχτώ ότι θα ζω στην Ευρώπη». Παρά τα πολλά χρόνια που πέρασε στη Γαλλία, ο Μπεχάρ είπε ότι ένιωθε «πιο πολύ Αιγύπτιος και Άραβας, παρά Εβραίος».
Έξι μήνες μετά τη συνέντευξή μας, ο Μπεχάρ πέθανε τον Οκτώβριο του 2017. Δεν πρόλαβε να ακούσει την υπόσχεση-έκπληξη του Αιγύπτιου Προέδρου Abdel-Fattah al-Sissi να χτίσει συναγωγές για να επιστρέψουν τα μέλη της εβραϊκής κοινότητας. Ο Μπεχάρ ξαναγύρισε στην Αίγυπτο μόνο το 1980. Στα απομνημονεύματά του έγραψε ότι έκανε μια βόλτα στην εβραϊκή συναγωγή του Καΐρου, όπου είδε «τη συναγωγή που είχε διαλυθεί τελείως… Το μόνο που ένιωσα ήταν ένας πόνος στην καρδιά». Είπε στην Haaretz ότι το αίσθημά του ήταν πως «επέστρεψε σαν τουρίστας».
Το να γράψει τα απομνημονεύματά του, βοήθησε τον Μπεχάρ να αποδεχτεί το ταξίδι του, αλλά παρέμεινε αμφίθυμος γύρω από την πατρίδα του μέχρι και τον θάνατό του. Η ιστορία του ήταν μια ιστορία θριάμβου. Μια ιστορία πικρίας και νοσταλγίας, δίπλα σε άλλες άλλων Εβραίων που εξαναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις πατρίδες τους στη Μέση Ανατολή έναν αιώνα πριν.
Comments