top of page
  • Writer's pictureJewish&IsraelStories

Κωδικός «Μπίνγκο». Πως ο «Muhand» σκότωσε τον συνταγματάρχη Βάϊνμπεργκ και το Ισραήλ εκδικήθηκε.

Updated: Jan 18, 2021

Κωδικός «Μπίνγκο». Πως ο εγκέφαλος της Ισλαμικής Τζιχάντ έστησε ενέδρα στον Ισραηλινό του κυνηγό και πως το Ισραήλ εκδικήθηκε για τον θάνατό του. Ο ορκισμένος τρομοκράτης «Muhand» σκότωσε τον συνταγματάρχη Ντρορ Βάϊνμπεργκ (Dror Weinberg) στον Δρόμο των Προσευχητών στο Kiryat Arba αλλά δεν γιόρτασε για πολύ τον θρίαμβό του. Haaretz. Του Yossi Melman, 30-04-2020. Η πρώτη αναφορά έλεγε πως ο συνταγματάρχης Ντρορ Βάϊνμπεργκ τραυματίστηκε. Ήταν Παρασκευή βράδυ στις 15 Νοεμβρίου του 2002. Ο Arik Harris Brabbing ήταν σπίτι του με την οικογένειά του στο Modi in. Στο τηλέφωνο ήταν ο «Ρ.», ο συντονιστής των επιχειρήσεων της Χεβρώνας από τις υπηρεσίες ασφάλειας της Σιν Μπετ. Ο «Ρ.» είπε «ότι έπεσαν πυροβολισμοί στο Κιριάτ Αρμπά. Ο Ντρορ δεν απαντάει. Νομίζω χτυπήθηκε».


Ο Dror Weinberg ήταν ο πιο υψηλόβαθμος αξιωματικός που σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια της Δεύτερης Ιντιφάντα (οικογενειακό άλμπουμ).

Εκείνη την περίοδο ο Μπράμπινγκ ήταν ο αναπληρωτής επικεφαλής της επιχειρησιακής μονάδας της Σιν Μπετ, με περίπου πενήντα συντονιστές υπό τις εντολές του. Η λέξη «συντονιστής» είναι κάποιου είδους ευφημισμός για τους αξιωματικούς πληροφοριών της Σιν Μπετ των οποίων η δουλειά είναι να εντοπίζουν, να στρατολογούν, να διοικούν και να συλλαμβάνουν μέλη τρομοκρατικών οργανώσεων. Η δικαιοδοσία του Μπράμπινγκ εκτεινόταν στη μισή Δυτική Όχθη, νότια της Ραμάλα. «Είπα στον Ρ. να ειδοποιήσει τους πάντες, όλους τους συντονιστές και τους φρουρούς και να ετοιμάσει τεθωρακισμένα», λέει ο Μπράμπινγκ. Μπήκε και ο ίδιος στο αυτοκίνητό του, άναψε τους προβολείς και ξεκίνησε για το αρχηγείο της Σιν Μπετ για τις περιοχές της Ιερουσαλή, της Ιουδαίας και της Σαμάρα. Από εκεί επιβιβάστηκε σε ένα τεθωρακισμένο τζιπ που διαθέτει ειδικά κράνη και αλεξίσφαιρα γιλέκα. Οπλισμένοι με τα προσωπικά τους περίστροφα κατευθύνθηκαν αυτός και μερικοί συνάδελφοί του γρήγορα προς τη Χεβρώνα. Στη διαδρομή ενημερώνονταν από τους βομβητές τους που ήταν συγχρονισμένοι στη συχνότητα του ισραηλινού στρατού. Σύμφωνα με τα νέα είχε προηγηθεί διείσδυση στο Ισραήλ. Οι τρομοκράτες είχαν εισβάλει σε ένα σπίτι και είχαν σκοτώσει κόσμο. «Και όλη την ώρα άκουγα: ο Ντρορ δεν απαντάει. Ο Ντρορ δεν απαντάει. Έπειτα κάποιος έκανε αναφορά πως ο Ντρορ τραυματίστηκε. Και λίγα λεπτά αργότερα: ο Ντρορ είναι σοβαρά τραυματισμένος». Στις οκτώ παρά τέταρτο περίπου, ενώ ακόμα οδηγούσαν «πήραν τα κακά νέα». Ο Ντρορ Βάϊνμπεργκ είχε υποκύψει στα τραύματά του σε μια κλινική του Κιριάτ Αρμπά κατά τη διάρκεια του περιστατικού που έμεινε γνωστό ως «τρομοκρατική επίθεση στο Δρόμο των Προσευχητών» - σε έναν χωματόδρομο κάποιων εκατοντάδων μέτρων που οδηγεί μέσω μιας στενής πύλης από τον φράχτη του Κιριάτ Αρμπά στη Σπηλιά των Πατριαρχών. Δώδεκα στρατιώτες και πολίτες είχαν δολοφονηθεί από τρεις τρομοκράτες οι οποίοι πέθαναν κατά τη διάρκεια της άγριας μάχης που ακολούθησε. Κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του στο Τμήμα Μηχανικών του ισραηλινού στρατού, από το οποίο αποχώρησε στον βαθμό του λοχαγού, και μετά από 27 χρόνια στη Σιν Μπετ, ο Μπράμπινγκ είχε μυρίσει τον θάνατο πολλές φορές. Είχε δει δεκάδες πτώματα: συντρόφους που έπεφταν στη μάχη, πολίτες που δολοφονούνταν σε τρομοκρατικές επιθέσεις και τρομοκράτες που σκότωναν και τελικά σκοτώνονταν. Μέσα στα χρόνια, κάποιες από τις αναμνήσεις του ξεθώριαζαν. Πολλά ονόματα και πρόσωπα είχαν ξεχαστεί. Αλλά η εικόνα του συνταγματάρχη Ντρορ Βάϊνμπεργκ παραμένει καθαρή.


Ο Dror Weinberg επισκέπτεται τον αδερφό του, Shai (από οικογενειακό άλμπουμ).

«Ήταν χαρισματικός και γεμάτος ενέργεια», λέει ο Μπράμπινγκ ανακαλώντας την πρώτη τους συνάντηση. Ήταν στην αρχή της Δεύτερης Ιντιφάντα, στα τέλη του έτους 2000. «Ο Ντρορ ήταν τότε διοικητής ενός τάγματος στην ταξιαρχία της Ιουδαίας και έμενε σε μια τεράστια στρατιωτική σκηνή με χάρτες της πόλης της Χεβρώνας και των γύρω χωριών. Φορούσε ένα μεγάλο εβραϊκό σκουφάκι και έπινε τσάι με έξι κύβους ζάχαρη. Ο Ντρορ πάντα έπινε τσάι με έναν σκασμό ζάχαρη. Είχε πρόσωπο μωρού και όταν ένιωθε ντροπή δεν μπορούσε να κρύψει ότι κοκκίνιζε». Ο Μπράμπινγκ μπήκε στη Σιν Μπετ από τις κατώτατες θέσεις, ως χαμηλόβαθμος συντονιστής. Έπρεπε να βρει ένα ψευδώνυμο για να χρησιμοποιεί στις συναντήσεις με τις παλαιστινιακές πηγές (πράκτορες και πληροφοριοδότες) που στρατολογούσε. Διάλεξε το «Harris». «Ο σκοπός της συνάντησης με τον Ντρορ ήταν να κάνει επαφή και να δούνε τι είχαν να περιμένουν ο ένας από τον άλλον. Εμείς από τη Σιν Μπετ και εκείνος από τον στρατό θα μπορούσαμε να δουλέψουμε μαζί. Το σκηνικό της Χεβρώνας ήταν κακοτράχαλο. Ισραηλινοί στρατιώτες και πολίτες που οδηγούσαν στους δρόμους, δέχονταν συχνά πυροβολισμούς. Λαμβάναμε συνεχώς πληροφορίες για σχέδια από τρομοκρατικές ομάδες που είχαν σκοπό να επιτίθενται στο Κιριάτ Αρμπά και στις γύρω κοινότητες», λέει ο Μπράμπινγκ. «Μια Αίσθηση Απώλειας Ελέγχου» Ο Dror Weinberg γεννήθηκε το 1964 στο Kfar Sava από τον Uriel και την Batsheva, μια οικογένεια θρησκευόμενων σιωνιστών. Το 1983, επηρεασμένος από τον μεγαλύτερό του αδερφό που υπηρέτησε σε μια κορυφαία μονάδα πληροφοριών, ο Ντρορ δήλωσε εθελοντής στην ελίτ μονάδα των κομάντο, την Sayeret Matkal. Αφού εκπαιδεύτηκε σε συνθήκες μάχης, πήρε μέρος σε πολλές αποστολές, συμπεριλαμβανόμενης της διάσωσης των ομήρων της αεροπειρατείας του BUS 300. Ολοκλήρωσε την εκπαίδευσή του με διάκριση και το 1987 εντάχθηκε στους αλεξιπτωτιστές και πολέμησε στο Λίβανο και τις γύρω περιοχές. Αργότερα παρακολούθησε το Κολέγιο Διοίκησης και Προσωπικού του ισραηλινού στρατού και σπούδασε πολιτικές επιστήμες και μεσανατολικές σπουδές στο εβραϊκό πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ. Το 1999 πήρε προαγωγή στη θέση του συνταγματάρχη και τοποθετήθηκε διοικητής της ταξιαρχίας της Ιουδαίας. Το αρχηγείο της ταξιαρχίας ήταν στη Χεβρώνα, επιτηρώντας την πόλη και τα προάστιά της. Έναν χρόνο αργότερα ξέσπασε η Δεύτερη Ιντιφάντα. Ο Μπράμπινγκ θυμάται πως τον πείραζε ο Ντρορ: «Εσείς παιδιά στη Σιν Μπετ δεν την κάνετε τη δουλίτσα σας». Το έλεγε με ένα χαμόγελο αλλά υπήρχε ένα ψήγμα αλήθειας εκεί. «Υπήρχε μια αίσθηση απώλειας του ελέγχου», παραδέχεται ο Μπράμπινγκ. «Αλλά ο Ντρορ ποτέ δεν παραιτήθηκε, ακόμα κι όταν αποτυγχάναμε. Πήραμε μέρος σε δεκάδες αποστολές για συλλήψεις. Η αφοσίωσή του ξεχώριζε. Όταν δεν πιάναμε τους τρομοκράτες που κυνηγούσαμε, το πρώτο πράγμα που έκανε ο Ντρορ –ακόμα και στις τρεις ή τέσσερις το πρωί– ήταν να εμψυχώνει τους στρατιώτες και τους αξιωματικούς. Επαινούσε τους άλλους όταν έπρεπε αλλά ασκούσε και κριτική όταν ήταν απαραίτητο». Η Σιν Μπετ γρήγορα ανακάλυψε ότι ένας άνθρωπος-κλειδί στη Χεβρώνα ήταν ο Mohammed Sidar. Ο Σιντάρ ήταν ένας 26χρονος που προερχόταν από μια εύπορη και θρησκευόμενη οικογένεια εμπόρων. Στο λύκειο είχε ριζοσπαστικοποιηθεί θρησκευτικά. Το πάθος του εντάθηκε ακόμα περισσότερο στο Ισλαμικό Πανεπιστήμιο της Χεβρώνας. Εκεί εντάχθηκε στην al-Jam’a al-Islamiya, την «Ισλαμική Ομάδα», δηλαδή τον φοιτητικό πυρήνα της Ισλαμικής Τζιχάντ. Η Ισλαμική Ομάδα είχε επικεφαλής τον Ramadan Shalah, έναν Παλαιστίνιο καθηγητή από τη Φλόριντα των Η.Π.Α. Ο Σαλάχ ανέλαβε την ηγεσία της ομάδας αφού ο Δρ. Fathi Shiqaqi, ιδρυτής της ομάδας, δολοφονήθηκε το 1995 στη Μάλτα από τη Μοσάντ. Ο Σαλάχ διοικούσε την ομάδα από το αρχηγείο της Δαμασκού στη Συρία μαζί με άλλους διοικητές της στρατιωτικής πτέρυγας της Ισλαμικής Τζιχάντ. Οι διοικητές αυτοί ήταν που έστελναν εντολές για τρομοκρατικές επιθέσεις σε Δυτική Όχθη, Γάζα και Ισραήλ. Ο Σιντάρ ως γαλήνιος και χαρισματικός είχε επιλεγεί από την ηγεσία για επικεφαλής του φοιτητικού πυρήνα στο πανεπιστήμιο. Ενώ σπούδαζε Χημεία στο πανεπιστήμιο, όπου και διέπρεψε, οργάνωνε διαδηλώσεις και μυστικά κανόνιζε μεταφορές χρημάτων στους συντρόφους του. Συνελήφθη πολλές φορές από τη Σιν Μπετ, αλλά μόνο για μικρό χρονικό διάστημα. Μετά την αποφοίτησή του ο Σιντάρ πέρασε στην παρανομία και απέκτησε το πολεμικό όνομα «Muhand». Πριν περάσει πολύς καιρός, άρχισε να φτιάχνει τρομοκρατικούς πυρήνες που σχεδίαζαν, υπό την καθοδήγησή του, επιθέσεις αυτοκτονίας και ένοπλες επιθέσεις στους δρόμους. Κάθε πυρήνας αποτελούταν από τέσσερα ή πέντε μέλη. Ο Σιντάρ φρόντιζε την αυστηρή απομόνωση μεταξύ των πυρήνων: οι διάφοροι πυρήνες δεν γνώριζαν τίποτα για τα σχέδια των άλλων πυρήνων.


Ο Mohammed Sidar.

Ο Σιντάρ εκπαίδευε τους άνδρες του χρησιμοποιώντας εγχειρίδια που είχαν γραφτεί με βάση τις εμπειρίες των Παλαιστίνιων κρατούμενων στις ισραηλινές φυλακές. Η εκπαίδευση συμπεριλάμβανε τα βασικά των μυστικών επιχειρήσεων, πως να κάνεις σύντομα τηλέφωνα από δημόσιους τηλεφωνικούς θαλάμους, πώς να διεξάγεις παρακολουθήσεις, πώς να ξεφορτώνεσαι αυτούς που σε παρακολουθούν, να προετοιμάζεις καταφύγια, συναντήσεις σε δημόσιους χώρους όπως μαγαζιά και βενζινάδικα, ή σπηλιές. Όταν σχεδιαζόταν η κάθε επιχείρηση, ο πυρήνας μάζευε πληροφορίες ενώ ο Σιντάρ αγόραζε τα όπλα, τις σφαίρες ή τα εκρηκτικά. Μία από τις καινοτομίες του ήταν να συγκεντρώνει μεγάλες ποσότητες υπεροξείδιου υδρογόνου από φαρμακεία το οποίο χρησιμοποιούταν για τις ζώνες εκρηκτικών στις επιθέσεις αυτοκτονίας. Ο Σιντάρ ήταν ασυνήθιστος καθώς δεν είχε παντρευτεί ποτέ ώστε να αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στον αγώνα ενάντια στην ισραηλινή κατοχή. Σε αντίθεση με πολλούς άνδρες της Χαμάς και της Ισλαμικής Τζιχάντ απείχε ολοκληρωτικά από τις γυναίκες και το αλκοόλ. Η αποστολή της προσέγγισης λοιπόν ενός εξαιρετικά καχύποπτου παράνομου όπως ο Σιντάρ, πολύ δε περισσότερο η διείσδυση στους πυρήνες του, ήταν πολύ πιο δύσκολη απ’ ότι συνήθως. Ωστόσο, πολύ αργά και με μεγάλη υπομονή, χάρη στις πληροφορίες από πράκτορες και πληροφοριοδότες και τις λαθρακροάσεις από τις σύντομες τηλεφωνικές συνομιλίες, η Σιν Μπετ έφτασε να συνειδητοποιήσει ότι ο Σιντάρ έπαιζε έναν ρόλο-κλειδί στη στρατιωτική πτέρυγα της Ισλαμικής Τζιχάντ. Η παρακολούθησή του ενισχύθηκε όταν η Σιν Μπετ επιβεβαίωσε την πληροφορία ότι ο «Μουχάντ» και ένας άλλος άνδρας είχαν σκοτώσει έναν Εβραίο έποικο στην περιοχή Givat Harsina του Κιριάτ Αρμπά. Μετά την επίθεση αυτή, η Σιν Μπετ έβαλε τον Σιντάρ στη λίστα των επικηρυγμένων που ονομάζεται «Μπίνγκο» και δείχνει το όνομα και τη φωτογραφία κάθε υπόπτου και διανέμεται σε όλους τους διοικητές του ισραηλινού στρατού στην περιοχή. Κάπως έτσι άκουσε για πρώτη φορά ο Ντρορ Βάϊνμπεργκ το όνομα του Μοχάμεντ Σιντάρ. «Γνώριζε τον Εχθρό σου» «Ο Ντρορ ενδιαφερόταν πολύ για αυτόν», λέει ο Μπράμπινγκ. «Ήθελε να καταλάβει πραγματικά το προφίλ της άλλης πλευράς. Να τον γνωρίσει με βάση το ‘Γνώριζε τον Εχθρό σου’. Ποτέ δεν άκουσα τον Ντρορ να περιφρονεί τον Σιντάρ ή κάποιον τρομοκράτη. Η προσέγγισή του ήταν αυτή ενός επαγγελματία αξιωματικού του στρατού. Δεν άφηνε τα συναισθήματα ή τα πολιτικά να μπούνε στη μέση». Έτσι, ο Σιντάρ σταδιακά έγινε σημαντική φιγούρα στη ζωή της Ταξιαρχίας του Διοικητή Βάϊνμπεργκ. Όπως ακριβώς ήταν και η σκιά του που τον καταδίωκε και δεν τον άφηνε να κοιμηθεί τα βράδια. Κινούνταν οι δύο τους σαν δυο παράλληλες γραμμές που ο Ντρορ φιλοδοξούσε κάποτε να τις κάνει να συναντηθούν. «Δεν μπορούσε να κρύψει τον εκνευρισμό του βέβαια. Ο Ντρορ μου έλεγε πάντα ότι ο Σιντάρ είναι πάντα ένα βήμα μπροστά από εμάς. Αλλά έλεγε επίσης: μονάχα εσείς [η Σιν Μπετ], όχι ο στρατός, θα είστε ικανοί να τον βρείτε και να ανατρέψετε τα σχέδιά του». Το κυνήγι για τον Σιντάρ έγινε όλο και πιο έντονο. Οι αναφορές για το που βρισκόταν όλο και πλήθαιναν. Κάποτε μια πηγή ανέφερε ότι είδανε τον Σιντάρ να περπατάει σε μια γειτονιά της Χεβρώνας με έναν πληροφοριοδότη. Η μυστική επιχείρηση της Σιν Μπετ πέρασε σε δράση.


Ο Eric Barbing. (Emil Salman).

Τον Δεκέμβριο του 2001, μετά από κάποιες μέρες παρακολούθησης, το Αρχηγείο της Σιν Μπετ έλαβε έγκριση να διεξάγει στοχευμένη εκτέλεση στόχου μέσα σε αυτοκίνητο. Ο Σιντάρ υποτίθεται καθόταν στην πίσω θέση και ο οδηγός του μπροστά. Ένα ελικόπτερο μάχης απογειώθηκε, το αυτοκίνητο εντοπίστηκε και όταν έφτασε σε μια διασταύρωση, ο διοικητής R. της Σιν Μπετ έδωσε το τελικό οκ. Το ελικόπτερο έριξε τον πύραυλο αλλά έχασε τον στόχο. Αντ’ αυτού χτυπήθηκε ένα διπλανό αυτοκίνητο σκοτώνοντας δύο παιδιά που επέβαιναν στο αυτοκίνητο μαζί με την οικογένειά τους. «Υπήρξε μια νεκρική σιγή στην αίθουσα διοίκησης. Όταν συνειδητοποιείς ότι έχασες τον στόχο και χτύπησες αθώους παρευρισκόμενους και μάλιστα παιδιά, σε καταβάλλει η λύπη και η απογοήτευση», λέει ο Μπράμπινγκ. «Υπάρχει αυτή η εικόνα προς τα έξω ότι υποτίθεται δεν νοιαζόμαστε, λες και οι τρομοκράτες μοιάζουν με μη-ανθρώπινες φιγούρες στις κάμερές μας και το όλο πράγμα είναι σαν βιντεο-παιχνίδι. Αυτό δεν ισχύει στο παραμικρό. Νοιαζόμαστε βαθιά. Όταν αποτυγχάνουμε και βλάπτουμε αθώους και ο ύποπτος έχει ξεφύγει, το αίσθημα είναι απαίσιο». Την εποχή της διοίκησης του Ντρορ στην ταξιαρχία της Χεβρώνας, αυτός και η Σιν Μπετ είχαν φτιάξει ένα πρωτόκολλο μάχης «άμυνας πέρα από τον φράχτη», που ήταν σχεδιασμένο έτσι ώστε να αποτρέπει τους τρομοκράτες από το να μπαίνουν στα εβραϊκά σπίτια της πόλης και να διεισδύουν στους οικισμούς της περιοχής. Ο στόχος ήταν να τραβάνε τους τρομοκράτες έξω σε ανοιχτές περιοχές όπου ήταν ευκολότερο να εντοπιστούν και να τους αναγκάζουν σε μάχη εκεί παρά σε πολυπληθείς δρόμους της πόλης. Ένα σημαντικό μέρος του δόγματος ήταν η μέθοδος των «παγονιών» που χρησιμοποιήθηκε στον Λίβανο – μια ομάδα τριών-τεσσάρων στρατιωτών που κυκλοφορεί στο δρόμο, τραβώντας την προσοχή, έτοιμη να παρέμβει σε περίπτωση που ξεσπάσει μάχη και με το σκεπτικό να αποτραπεί ο τραυματισμός πολιτών. «Οι τρομοκρατικές επιθέσεις στις κοινότητες γίνονται όλο και πιο σοβαρές μέρα με τη μέρα και πρέπει να γίνουν τα πάντα για να αποτραπούν οι επιθέσεις ενάντια σε πολίτες», έλεγε ο Ντρορ στις ενημερωτικές συναντήσεις. «Δουλειά του στρατού είναι να τους προστατεύει». Στις 15 Νοεμβρίου του 2002, μια ομάδα τριών στρατιωτών έμπαινε στον «Δρόμο των Προσευχητών». Οι τρεις τρομοκράτες περίμεναν στο πλάι του δρόμου περιμένοντας να σκοτώσουν την περιπολία από πίσω. Μόλις το έκαναν, οπισθοχώρησαν σε ένα στενό, μπαίνοντας μέσα σε ένα σπίτι. Ακούγοντας τους πυροβολισμούς ο Ντρορ που είχε βάρδια στο αρχηγείο της ταξιαρχίας κατά τη διάρκεια του Σαμπάτ, μπήκε μέσα σε ένα τζιπ και έφτασε στο σημείο με τον οδηγό του και τον χειριστή του ασυρμάτου. Έφτασε μέσα σε δύο ή τρία λεπτά. Οι τρομοκράτες, που κρύβονταν μέσα στο σπίτι, τον σκότωσαν από εκεί. Κλήθηκαν κι άλλες δυνάμεις στο σημείο. Όποιος προσπαθούσε να μπει στο στενό, πυροβολούταν. Ήταν ακριβώς ο τύπος του σεναρίου που ο Ντρορ ήθελε να αποφύγει. Μετά την επίθεση στη Χεβρώνα, η Σιν Μπετ έμαθε ότι ο Σιντάρ ήταν σε επαφή με το κέντρο διοίκησης της Ισλαμικής Τζιχάντ στη Δαμασκό. Ο Σιντάρ ανέφερε την εξαιρετικά πετυχημένη επιχείρηση, έδωσε τα ονόματα των τρομοκρατών «μαρτύρων» που πέθαναν εκεί και ζήτησε από την οργάνωση να αναλάβει την ευθύνη της επίθεσης έτσι ώστε καμιά άλλη οργάνωση να μην τους «κλέψει» την επιτυχία. Η Σιν Μπετ ξεκίνησε μια μυστική επιχείρηση να πιάσει τον Σιντάρ νεκρό ή ζωντανό και ενίσχυσε εκ νέου τις προσπάθειές της να συλλέξει πληροφορίες, ανθρώπινες και τεχνολογικές, για αυτόν και τις δραστηριότητές του. Σταδιακά, η θηλιά έκλεινε. Πληροφορίες για τους συγγενείς του, τη μητέρα του που επισκεπτόταν διάφορα διαμερίσματα και παρέδιδε φαγητό, πλήθαιναν. Η Σιν Μπετ σταδιακά επικεντρώθηκε σε δύο σπίτια. Ένας άνδρας εγκατέλειπε το ένα από αυτά, ακολουθώντας μια διαδρομή ζιγκ-ζαγκ, για να δει αν παρακολουθείται. Η μονάδα πέρασε στη δράση. Εγκατέστησε μηχανισμό παρακολούθησης και κάμερες και εντόπισε τον Σιντάρ.


Ο Dror Weinberg μαζί με τον Gadi Shamni (οικογενειακό άλμπουμ).

Ο σχεδιασμός ανέβηκε ένα σκαλί όταν απέκτησε μια «χρυσή πληροφορία» ότι ο Σιντάρ επισκεπτόταν συχνά ένα φαρμακείο, παίρνοντας μέτρα για τη διαδρομή του, κάνοντας κύκλους ή παίρνοντας πολλά ταξί. Όταν όλα ήταν έτοιμα για την αποστολή, η κάμερα του drone που είχε αφεθεί να παρακολουθεί την περιοχή χάλασε και χάθηκε η οπτική επαφή. Πήρε δύο εβδομάδες να αποκατασταθεί η επαφή και μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα ο Σιντάρ εντοπίστηκε και πάλι να πηγαίνει στο φαρμακείο. Η παρακολούθηση της Σιν Μπετ τον ταυτοποίησε. Άφησε το φαρμακείο στις οκτώ το βράδυ και περπάτησε μέσα σε μια αποθήκη που άνοιξε με δικό του κλειδί. Η αποθήκη αποδείχτηκε έπειτα πως ήταν ξυλουργείο. Επειδή το απόγευμα ήταν συννεφιασμένο, το ελικόπτερο δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και οι ενισχύσεις από την Σιν Μπετ και την Yamam (την αντι-τρομοκρατική μονάδα της συνοριακής αστυνομίας) συγκεντρώθηκαν στην περιοχή. Μέσω μεγάφωνου ο Σιντάρ διατάχθηκε να εμφανιστεί και να παραδοθεί. Δεν απάντησε με λόγια αλλά ξεκίνησε να πυροβολεί μέσα από το κτίριο. Στάλθηκε ένας σκύλος μέσα και ο Σιντάρ τον σκότωσε. Οι δυνάμεις απάντησαν με πυραύλους. Έπειτα, μπήκαν μέσα και βρήκαν το πτώμα του Σιντάρ δίπλα στο αυτόματο όπλο του. Τέσσερα μέλη μιας μόνο οικογένειας είναι θαμμένα στο κοιμητήριο του Kfar Sava: ο Shimon και ο Shimson Koenigsbach, τα δύο αδέρφια της μητέρας του Ντρορ, έπεσαν στον πόλεμο των Έξι Ημερών. Δύο χρόνια αφού σκοτώθηκε ο Ντρορ, η μητέρα του Μπατσέβα Βάϊνμπεργκ έχασε και τον αδερφό του Shai από ασθένεια. Αν και εκείνος δεν είχε πεθάνει με τη στολή του, η Μπατσέβα ζήτησε να ταφεί ο μεγάλος αδερφός δίπλα στον μικρότερο. Ο Υπουργός Άμυνας εκείνη την εποχή, Moshe Ya’alon, το επέτρεψε με ειδική άδεια. Φέτος η Μπατσέβα, όπως και τόσοι άλλοι συγγενείς, δεν θα επιτραπεί να επισκεφτούν τους τάφους των αγαπημένων τους λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού. «Πήγαινα στο κοιμητήριο κατά την Yom Hazikaron (Μέρα Μνήμης των Πεσόντων Στρατιωτών) τα τελευταία 53 χρόνια από τότε που έχασα τα αδέρφια μου, τους θείους του Ντρορ και του Σάι. Αλλά δεν χρειάζομαι την Ημέρα των Πεσόντων για να θυμάμαι. Τους θυμάμαι κάθε μέρα», λέει η Μπατσέβα. Πηγή: https://www.haaretz.com/middle-east-news/.premium-how-israel-avenged-the-ambush-of-col-dror-weinberg-1.8803017

73 views0 comments
bottom of page